Ξεκάθαρα ήταν τα πράγματα απ’ την στιγμή που ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς αποφάσισε να αφήσει τον Παναθηναϊκό. Ο αντικαταστάτης του έμοιαζε χαμένος από χέρι. Οποιος κι’ αν ήταν αυτός. Είτε τον έλεγαν Πιανιτζιάνι, είτε Γιασικεβίτσιους, είτε Ζούρο. Άκόμα και τον Φιλ Τζάκσον να έβαζαν στο τιμόνι της ομάδας οι πράσινοι, ήταν δεδομένο πως στη συνείδηση των φίλων του τριφυλλιού θα έμοιαζε λίγος μπροστά στον λατρεμένο τους Ζοτς.
Γι’ αυτό και προσωπικά δεν αισθάνθηκα καμία έκπληξη βλέποντας στο διαδίκτυο τις αντιδράσεις του κόσμου στο άκουσμα του ονόματος του Αργύρη Πεδουλάκη, που συμφώνησε με τον εξάστερο. Αρνητικές στη συντριπτική πλειοψηφία τους, με πολλούς να είναι αυτοί που έκαναν λόγο για υπερβολικό χαμήλωμα του πήχυ από πλευράς κυπελλούχων Ελλάδας. Βιάστηκαν να τον καταδικάσουν τον 48χρονο τεχνικό και αυτό κατά την προσωπική μου άποψη έχει να κάνει (και) με το συναισθηματικό δέσιμο που υπήρχε με τον Σέρβο.
Γιατί κατά τα άλλα ο Αρτζι δεν είναι κανένας τυχαίος. Για κανονικό προπονητή μιλάμε και όχι για τον πρώτο τυχόντα. Μπορεί να μην – που δεν… – αποτέλεσε την πρώτη επιλογή του Παναθηναϊκού για αντιΟμπράντοβιτς, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι δεν αξίζει να πάρει την ευκαιρία του. Διαθέτει πλήρη επίγνωση της κατάστασης που αναλαμβάνει να διαχειριστεί, για την εργατικότητά του ούτε λόγος να γίνεται, έχει αναδείξει παίκτες, διαθέτει ξεκάθαρη αγωνιστική φιλοσοφία και πολύ μεγάλη εμπειρία, ενώ έχει να επιδείξει επιτυχίες στην καριέρα του με ομάδες που ως επί το πλείστον είχαν μικρά μπάτζετ.
Και αν κάποιοι σταθούν στον Μακεδονικό του Κώστα Μεσάικου, τον οποίο ο Πεδουλάκης έφτασε μέχρι και σε ευρωπαϊκό τελικό (το 2004 στο ULEB CUP), εγώ θα πάω λίγο παλιότερα. Δεκατρία χρόνια με τον Ομπράντοβιτς στον πάγκο δεν θυμάμαι ο Παναθηναϊκός να έχει ζοριστεί περισσότερο από ελληνική ομάδα σε σειρά αγώνων (πλην Ολυμπιακού) απ’ ότι απέναντι στο Περιστέρι της περιόδου 2002-03. Τρεις ημιτελικούς έδωσαν τότε Παναθηναϊκός – Περιστέρι, τρία παιχνίδια – φωτιά, που όλα κρίθηκαν στον πόντο για να πάρει τότε το τριφύλλι με τον πλέον δραματικό τρόπο το εισιτήριο για τον τελικό της Α1.
Εργο Πεδουλάκη ήταν εκείνη η ομάδα που κοίταξε στα ίσια το θηρίο με παίκτες όπως οι Κούρτοβιτς, Παπαμακάριος, Ραντοβάνοβιτς, Πελεκάνος, Στιούαρτ, Γιοβανόφσκι, Χάτσον, Δορκοφίκης… Γι’ αυτό και είχε ψηφιστεί τότε ως κορυφαίος Ελληνας προπονητής, κάτι που είχε συμβεί και δύο χρόνια νωρίτερα. Εκτοτε δε κατάφερε να κερδίσει και τον σεβασμό του ίδιου του προκατόχου του, αφού ουκ ολίγες φορές θυμόμαστε τον Ζοτς να μνημονεύει το πόσο διαβασμένος ο αντίπαλος του στις μεταξύ τους μονομαχίες.
Για να μην παρεξηγηθούμε: Δεν αποτελεί πρόθεση μου να κάνω την… αγιοποίηση του Πεδουλάκη, με τον οποίο οφείλω να διευκρινίσω ότι προσωπικά έχω μία απλή τυπική σχέση. Όπως έχει τα συν του έχει και τα πλην του. Απλά θέλω να καταλήξω στο ότι μόνο ακατάλληλος δεν πρέπει να θεωρείται για να πάρει μία τόσο μεγάλη ευκαιρία. Αλλά και στο ότι του αξίζει ένα credit για την τόλμη που επέδειξε αναλαμβάνοντας την πιο βαριά κληρονομιά που μπορούσε να του τύχει.
ΥΓ: Την ευκαιρία να γίνει ο αντιΖοτς πριν τον Πεδουλάκη την είχε (μεταξύ άλλων) και ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους. Μόνο που ο Σάρας αρνήθηκε. Και πολύ καλά έκανε! Δεν είναι μόνο ότι σκοπεύει να παίξει έναν ακόμα χρόνο. Αλλά και ότι όσο κι’ αν κόβει το μάτι του (που στην προκειμένη περίπτωση κόβει πάρα πολύ), όταν μπαίνεις στην θάλασσα πρώτα ξεκινάς να πλατσουρίζεις στα ρηχά και μετά αποφασίζεις να πας μεσοπέλαγα…