Σε τεχνικό των επιτυχιών τείνει να εξελιχθεί ο κόουτς Βασίλης Μπρατσιάκος, ο οποίος μέσα στα τελευταία πέντε χρόνια έχει πανηγυρίσει τέσσερα πρωταθλήματα με τρεις διαφορετικές ομάδες. Πέρσι ο έμπειρος τεχνικός ανέλαβε τα ηνία του ΓΣ Κύμης με τον οποίο στέφθηκε αήττητος πρωταθλητής ΕΣΚΑΣΕ ανεβάζοντας την ομάδα για πρώτη φορά στην ιστορία της στη Γ’ εθνική. Ο κόουτς Μπρατσιάκος μίλησε στην ιστοσελίδα του ΣΕΠΚ .
Αναλυτικά:
Για την άνοδο του ΓΣ Κύμης για πρώτη φορά στην ιστορία του στη Γ’ εθνική:
“Συνυπολογίζοντας την προηγούμενη εμπειρία μου στα πρωταθλήματα της ΕΣΚΑΣΕ και τις ανόδους που είχα πετύχει με τις ομάδες που συνεργάστηκα η οικογένεια Θεοδώρου, που ηγείται του ΓΣ Κύμης αποφάσισε να μου δώσει τα ηνία της ομάδας. Μαζί με τους συνεργάτες μου κοιτάξαμε από την πρώτη στιγμή να θωρακίσουμε το υπάρχον υλικό με παίκτες που να είναι έμπειροι σε ντέρμπι και ανόδους. Τελικά φτιάχτηκε ένα μείγμα νέων και έμπειρων παικτών, το οποίο έχοντας τη δυνατότητα να δουλέψει σε συνθήκες υψηλού επιπέδου μπόρεσε να κερδίσει το πρωτάθλημα πιο εύκολα απ’ ότι αναμενόταν. Η διοίκηση μας παρείχε όλα τα εφόδια για να δουλέψουμε σε υψηλό επίπεδο κι αυτό βοήθησε πολύ το έργο μου”.
Για το σχεδιασμό της ομάδας ενόψει του νέου πρωταθλήματος:
“Εμάς φέτος αυτό που μας ενδιαφέρει είναι και πάλι η άνοδος. Στις μεταγραφές κινηθήκαμε με την ίδια φιλοσοφία όπως και πέρσι. Κρατήσαμε δηλαδή τον βασικό κορμό από το περσινό ρόστερ και προσθέσαμε κάποιους αθλητές από υψηλότερες κατηγορίες με εμπειρία σε ανόδους. Έχει δημιουργηθεί ένα δυνατό σύνολο με καλούς χαρακτήρες και μπασκετμπολίστες. Δώσαμε ιδιαίτερη προσοχή στους χαρακτήρες γιατί προσωπικά θεωρώ ότι το μυστικό για μία άνοδο είναι η χημεία των παικτών”.
Για τους στόχους που έχουν τεθεί στον σύλλογο:
“Οι ιδιοκτήτες της ομάδας, η οικογένεια Θεοδώρου, έχουν μία ιδιαίτερη αγάπη για τον τόπο τους, την Κύμη. Χωρίς να υπολογίζουν το κόστος από οικονομικής πλευράς και από πλευρά οργάνωσης κάνουν ό,τι είναι δυνατό έτσι ώστε το μπάσκετ της Κύμης σε λίγα χρόνια να είναι στην Α1. Ο στόχος είναι αν γίνεται η ομάδα να ανεβαίνει κατηγορία κάθε χρόνια και να καθιερωθεί στα υψηλά επίπεδα. Προσωπικά είναι τιμή που ένα τόσο μεγάλο πρότζεκτ η οικογένεια Θεοδώρου με έχει εμπιστευτεί να το χειριστώ. Νομίζω ότι οποιοσδήποτε Έλληνας προπονητής θα ήθελε να είναι στη θέση μου και αναλογιζόμενος το βάρος της ευθύνης δίνω καθημερινά τον καλύτερο εαυτό μου για να πάει η ομάδα όσο πιο ψηλά”. :