Την Δευτέρα το απόγευμα έχουμε τον αγώνα του β΄ γύρου μεταξύ των αιωνίων, με τους “πράσινους” να έχουν το αήττητο στο ελληνικό πρωτάθλημα, αρά +1 βαθμό και το μαξιλαράκι των 4 πόντων που κέρδισαν τους “κόκκινους” στο ΟΑΚΑ. Αυτό σημαίνει, πως αν δεν υπάρξει κάποια απώλεια σε παιχνίδι με άλλες ομάδες (πράγμα εξίσου πιθανό γιατί υπάρχουν αγώνες που κρύβουν παγίδες και για τους δύο αντιπάλους, αλλά και απίθανο γιατί τελικά με τον έναν ή τον άλλον τρόπο πάντα φεύγουν με το ροζ φύλλο αγώνα), το αποτέλεσμα του συγκεκριμένου αγώνα θα καθορίσει το πλεονέκτημα έδρας στους τελικούς της ελληνικής λίγκας.
Όμως, στην φάση που βρισκόμαστε και στην κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί με βάση τα αποτελέσματα και την εικόνα των δύο μονομάχων σε Ελλάδα και Ευρώπη μέχρι αυτή την στιγμή, το παιχνίδι στο ΣΕΦ αποκτά ξεχωριστή σημασία και από ψυχολογική άποψη, καθώς και οι δύο ομάδες διανύουν περίοδο σοβαρής κρίσης λόγω των συνεχόμενων χαμένων παιχνιδιών στο top-16 της Euroleague, με την γκρίνια και στα δύο στρατόπεδο να κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα.
Για αυτό λοιπόν θα επιχειρήσω μία αποτίμηση της πορείας και των δύο ομάδων μέχρι σήμερα, τι έχουμε δει και ποια είναι τα δεδομένα που έχουν διαμορφωθεί λίγο μετά τα μισά της φετινής περιόδου. Θα ξεκινήσω με τον Παναθηναϊκό, λόγω του 2-0 που έχει ήδη φέτος στις αναμετρήσεις του με την ομάδα του Πειραιά.
Παναθηναϊκός:
Οι κυπελλούχοι Ελλάδας αυτή την στιγμή είναι ακόμα μέσα και στους 3 στόχους τους, με το 17ο κύπελλο της ιστορίας τους να θεωρείται δεδομένο καθώς έχουν φτάσει στον τελικό με αντίπαλο τον Φάρο Κερατσινίου, την ομάδα έκπληξη του θεσμού, προερχόμενη από την Α2.
Πρώτοι στην βαθμολογία και χωρίς ήττα στο ελληνικό πρωτάθλημα, θα έλεγε κανείς ότι όλα θα έπρεπε να είναι ρόδινα στους πράσινους κύκλους, όμως η αγωνιστική εικόνα της ομάδας και ειδικά οι εμφανίσεις και τα αποτελέσματα στους ευρωπαϊκούς αγώνες που, κακά τα ψέματα, είναι και το βασικό μέτρο σύγκρισης, έχουν δημιουργήσει σοβαρούς τριγμούς στην λειτουργία της ομάδας.
Το καλοκαίρι, ο άτυπος ιδιοκτήτης της ομάδας Δημήτρης Γιαννακόπουλος αποφάσισε να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη με σκοπό να δημιουργήσει ξανά από το μηδέν την ομάδα που σύμφωνα με τις δηλώσεις της διοίκησης θα έφτανε φέτος στην κατάκτηση του 7ου Ευρωπαϊκού τίτλου. Η στελέχωση της ομάδας ξεκίνησε φυσικά από την θέση του προπονητή, όπου βάσει ονόματος, ιστορίας ως παίκτης, προσωπικότητα (και καταγωγή) επιλέχθηκε ο Σάσα Τζόρτζεβιτς. Ο Σέρβος πρώην κορυφαίος ευρωπαίος play maker, είχε να επιδείξει ως head coach μία επιτυχημένη διοργάνωση με την εθνική Σερβίας το 2014 όπου κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο στο Μουντομπάσκετ, μία μάλλον αποτυχημένη (το φετινό Ευρωμπάσκετ), ενώ σε συλλογικό επίπεδο το απόλυτο τίποτα, αφού έχει καθίσει στον πάγκο μόνο της Αρμάνι Τζινς Μιλάνο πριν από μία δεκαετία και της Μπενετόν Τρεβίζο πριν από πέντε χρόνια, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Σίγουρα πρόκειται για μια φιγούρα απόλυτα αναγνωρίσιμη στο ευρωπαϊκό στερέωμα, με άπειρες εμπειρίες, πολύ μυαλό και οξυδέρκεια όσο αγωνιζόταν, αλλά με εξαιρετικά περιορισμένη εμπειρία στην διαχείριση μίας συλλογικής ομάδας με απαιτήσεις και βαριά φανέλα όπως αυτή με το τριφύλλι. Η επιλογή λοιπόν του «Σάλε» από τη μία προκάλεσε αισιοδοξία, από την άλλη κάποιοι ήταν εξαιρετικά επιφυλακτικοί στο άκουσμα της πρόσληψης του.
Ο Γιαννακόπουλος έκανε επίσης οικονομική υπέρβαση για να φέρει ξανά στην ομάδα το Νικ Καλάθη, κατευθείαν από το ΝΒΑ και χρυσοπληρώνοντας τον ώστε να αποκλείσει από τις επιλογές του τους υπόλοιπους ευρωπαίους μνηστήρες, με στόχο να αναλάβει του χρόνου τον ηγετικό ρόλο εντός γηπέδου, τον οποίο θα αφήσει ορφανό ο Δημήτρης Διαμαντίδης μετά την δεδομένη αποχώρηση από την ενεργό δράση του τελευταίου στο τέλος της σεζόν, σύμφωνα με τις επανειλημμένες δηλώσεις του ιδίου. Το σήριαλ με τον Καλάθη που είχε ξεκινήσει από το περασμένο καλοκαίρι, είχε φέτος ευτυχή κατάληξη με τον κόσμο να πανηγυρίζει για την συγκεκριμένη μεταγραφή που λόγω και της αξίας του συμβολαίου (πάνω από 2 εκ €) του Ελληνοαμερικάνου guard δημιούργησε ακόμα μεγαλύτερες προσδοκίες.
Από κει και πέρα, οι μεταγραφές με άρωμα ΝΒΑ συνεχίστηκαν και κατ΄ επιλογή του Τζόρτζεβιτς ήρθαν οι συμπατριώτες του Ραντούλιτσα στο 5 και Πάβλοβιτς στο 3. Ο πρώτος ήρθε βέβαια από το χαμηλής δυναμικής πρωτάθλημα της Κίνας, επίσης με πολύ μεγάλο συμβόλαιο (πάνω από 1 εκ €), ενώ ο δεύτερος παρά την πολυετή άκρως αξιόλογη παρουσία του στον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ παλιότερα, ήρθε από την Παρτιζάν όπου ήδη πέρυσι είχε μειωμένη προσφορά σε σχέση φυσικά με αυτά που έκανε από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Και οι δύο παίκτες με εξαιρετικό και αποδεδειγμένο ταλέντο, αλλά και τρανταχτές αδυναμίες. Ο μεν Ραντούλιτσα είναι από τους ελάχιστους τεχνίτες center που έχουν απομείνει στο ευρωπαϊκό μπάσκετ ειδικά με τα κυβικά του, με εξαιρετική αποτελεσματικότητα στο post game και μεγάλα ποσοστά ευστοχίας από την γραμμή των βολών, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο για ψηλό παίκτη, αλλά είναι αργός, βαρύς και γενικά απρόθυμος στο πίσω μέρος του γηπέδου όταν καλείται να παίξει άμυνα. Ο δε Πάβλοβιτς, που ήρθε για να πλαισιώσει τον Γιάνκοβιτς στην θέση του small forward ο οποίος πέρυσι ήταν ουσιαστικά μόνος του, αλλά και να συμπληρώσει ενδεχομένως στην θέση 2 σύμφωνα με το βιογραφικό του, είναι ένας πολύ ποιοτικός παίκτης με μεγάλη εμπειρία, που έχει όμως ξεκάθαρα πτωτική πορεία τα τελευταία χρόνια, κάτι που αποδεικνύεται και με την επιλογή του να εγκαταλείψει από πέρυσι το ΝΒΑ για μία ομάδα που δεν έχει καν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ευρωλίγκα.
Στην συνέχεια αποκτήθηκε με πολύ λίγα χρήματα και χωρίς τυμπανοκρουσίες ο Δομικανός souting guard Τζέιμς Φελντίν, με στόχο να καλύψει το κενό στην πεντάδα στην θέση 2 μέχρι να επιστρέψει ο Νίκος Παππάς στην ενεργό δράση μετά την ρήξη χιαστού που είχε πάθει την άνοιξη του 2015 και ουσιαστικά να αποτελέσει το back up του Έλληνα σκόρερ.
Οι μεταγραφές έκλεισαν με τον επίσης διεθνή Σέρβο center Όγκνιεν Κούζμιτς που επέλεξε ο Τζόρτζεβιτς, ύστερα από το ναυάγιο που προέκυψε στις διαπραγματεύσεις για την επιστροφή του Στεφάν Λάσμε. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, ο Λάσμε δεν δέχτηκε έναν ειδικό όρο στο συμβόλαιο του σχετικά με χρήση απαγορευμένων ουσιών, ενώ κάποια άλλα ονόματα που ακούστηκαν κατά τη μεταγραφική περίοδο του καλοκαιριού (πχ. Τάιους, Γιάνγκ) δεν προχώρησαν κυρίως λόγω αυξημένων οικονομικών απαιτήσεων. Έτσι ο Παναθηναϊκός κατέληξε με ένα ακόμα βαρύ center στην θέση 5, έναν παίκτη που ναι μεν έχει περάσει και αυτός από τα παρκέ του ΝΒΑ, αλλά με ελάχιστη συμμετοχή και γενικά άγνωστο στο ευρύ κοινό, χωρίς ιδιαίτερες περγαμηνές στο βιογραφικό του, πέρα από τα 213 εκατοστά του ύψους του.
Έτσι, οι 5 αυτοί νέοι παίκτες συν τις παλιοσειρές Διαμαντίδη, Φώτση, τους «παλιούς» Γκίστ, Γιανκοβιτς, Παππά, Μποχωρίδη και τους μικρούς Χαραλαμόπουλο, Παπαγιάννη, Λούντζη, Κόνιαρη δημιούργησαν ένα σύνολο το οποίο θεωρητικά ήταν πλήρες σε όλες τις θέσεις με την απαραίτητη εμπειρία αλλά και τους νεαρούς παίκτες που θεωρούνται the next generation project για τον Παναθηναϊκό αλλά και τις εθνικές ομάδες γενικότερα. Όμως ο τραυματισμός του Μποχωρίδη στην προετοιμασία και με δεδομένη την απουσία του Παππά μέχρι τον Δεκέμβρη, ξαφνικά δημιούργησε κενό στην περιφέρεια της ομάδας, καθώς έμειναν πρακτικά μόνο 3 καθαρόαιμοι και ετοιμοπόλεμοι guard στο ρόστερ. Ο Παναθηναϊκός αποφάσισε ότι σε εκείνο το σημείο δεν ήταν σκόπιμο να προβεί σε απόκτηση ενός ακόμα παίκτη να κλείσει την ποσοτική τρύπα στην σύνθεση της ομάδας.
Η χρονιά ξεκίνησε με καθαρή νίκη (κόντρα στα όποια προγνωστικά) επί του Ολυμπιακού στο άδειο λόγω τιμωρίας ΣΕΦ για τον θεσμό του κυπέλλου, εμφατική νίκη στο Αλεξάνδρειο στην πρεμιέρα του Πρωταθλήματος εναντίον του δυνατού και φιλόδοξου φέτος Άρη και νίκη ξανά επί του Ολυμπιακού στο ΟΑΚΑ αυτή την φορά για την δεύτερη αγωνιστική με +4π. όπως αναφέρθηκε ξανά στην εισαγωγή. Ενδιάμεσα ήρθε η πρώτη ήττα της χρονιάς στο μακρινό Κράσνονταρ από την Κουμπάν, η οποία δικαιολογήθηκε λόγω του ομολογουμένως δύσκολου ξεκινήματος της σεζόν και με δεδομένο ότι αν υπήρχε ένα παιχνίδι από αυτά τα τέσσερα πρώτα που η ήττα δεν θα προκαλούσε και ουσιαστικά προβλήματα, ήταν στον συγκεκριμένο αγώνα καθώς η πρώτη φάση της Ευρωλίγκας θεωρητικά είναι μία εύκολη διαδικασία.
Ο Παναθηναϊκός σε αυτούς τους αγώνες έπαιξε πολύ καλό μπάσκετ, ειδικά για τα δεδομένα της εποχής, για αμοντάριστη ομάδα με νέο προπονητή και αρκετούς νέους παίκτες. Ο Διαμαντίδης ήταν φρέσκος και γεμάτος ενέργεια, βγαλμένος θαρρείς από τα παλιά, ο Γκίστ μετά την αποχή του από τους περσινούς τελικούς του ελληνικού πρωταθλήματος λόγω τιμωρίας ήταν σαν θηρίο στο κλουβί που περίμενε πως και πως να ξαναπαίξει μπάσκετ, ο Πάβλοβιτς έδειξε στοιχεία από το πλούσιο ταλέντο του παίζοντας χωρίς κανένα άγχος, σε αντίθεση με τον Γιάνκοβιτς, ο οποίος ύστερα από το περσινό μονοπώλιο που είχε στην πεντάδα της ομάδας, ξαφνικά βρέθηκε στον πάγκο με περιορισμένη συμμετοχή, κάτι που τον επηρέασε φανερά στην απόδοση του. Ο Φελντίν έδειξε να μην καταλαβαίνει από ονόματα αντιπάλων και το βάρος του βασικού πραγματοποιώντας εξαιρετικές εμφανίσεις, με έμφαση στο σκοράρισμα με σουτ, τα κλεψίματα και γενικότερα με πατήματα παίκτη που παίζει χρόνια σε top επίπεδο. Οι ψηλοί του Παναθηναϊκού ήταν κυρίαρχοι της ρακέτας κόντρα στους αντίστοιχους αθλητικούς παίκτες του Ολυμπιακού και κάπως έτσι δημιουργήθηκε ένα κλίμα αισιοδοξίας στους φίλους της ομάδας.
Όμως η συνέχεια δεν ήταν ανάλογη. Κυρίως η ήττα από την άσημη πολωνική Ζιελόνα Γκόρα, η ήττα χωρίς καμία αντίδραση στην Βαρκελώνη αλλά και οι πολύ μέτριες εμφανίσεις στο ελληνικό πρωτάθλημα με οριακές νίκες (Λαύριο εκτός, ΠΑΟΚ εντός) δημιούργησαν τα πρώτα σύννεφα στην ομάδα. Ο Διαμαντίδης άρχισε να ξεφουσκώνει και να επανέρχεται στα γνωστά χαμηλά επίπεδα των τελευταίων δύο ετών που τραβούσε μόνος τους το κάρο από την λάσπη με συμμετοχές κοντά στα 30′. Ο Φώτσης έδειχνε πολύ πεσμένος, αργός στην άμυνα, με δικαιολογημένα μικρή συμμετοχή, ενώ ακόμα και τα σουτ που είναι το σήμα κατατεθέν του σπάνια έβρισκαν στόχο. Ο Πάβλοβιτς αντί για χωρίς άγχος πλέον έπαιζε χωρίς νεύρο, ανύπαρκτος στην άμυνα και με επιλογές εφηβικού στην επίθεση. Από κοντά και σταθερά με κακή απόδοση και εικόνα ο Γιάνκοβιτς. Όμως το σημαντικότερο πρόβλημα, που έγινε πλέον ξεκάθαρο, ήταν η ομαδική άμυνα. Ειδικά στις φάσεις pic n roll με στόχο τους δύο σέρβους center αλλά και σε οποιαδήποτε φάση απαιτούσε αμυντική περιστροφή, άρα γρήγορα πόδια. Ο Ραντούλιτσα έβαζε μεν μπροστά, αλλά πίσω δεχόταν περισσότερα, συν το ότι στις πρώτες φάσεις ήταν ήδη χρεωμένος με 2 προσωπικά φάουλ. Ο Κουζμιτς σκοράρει μόνο αν πάρει την μπάλα ακριβώς κάτω από το καλάθι (ούτε και αυτό είναι δεδομένο), ενώ στην άμυνα επίσης δεν έχει τα πόδια που χρειάζεται για να καλύψει χώρους και να βοηθήσει στην ομαδική λειτουργία. Γενικά η ομάδα δεν δείχνει διάθεση να ζορίσει τους αντιπάλους στην επίθεση τους, πολλές χαμένες προσωπικές μονομαχίες και σοβαρά προβλήματα απέναντι σε εκρηκτικούς παίκτες (βλ. Ντιλέινι που καθάρισε μόνος του στο Β΄ημίχρονο τον αγώνα με την Λοκομοτίβ στο ΟΑΚΑ) και κάπως έτσι οι πράσινοι βρέθηκαν στο χείλος του γκρεμού σχετικά με την πρόκριση τους στην επόμενη φάση της Euroleague με ρεκόρ μόλις 2-4!!!
Η παρτίδα τελικά σώθηκε κυρίως χάρη στους Γκιστ, Φελντίν και Καλάθη, τους μοναδικούς παίκτες δηλαδή με ενέργεια και γρήγορα πόδια, οδηγώντας τον Παναθηναϊκό σε ένα σερί 4 νικών. Έτσι τερμάτισε τρίτος στον όμιλο του και η τύχη τον ευνόησε καθώς σύμφωνα με τον ορισμό της διοργάνωσης έπεσε σε όμιλο σαφώς πιο βατό από τον αντίστοιχο του Ολυμπιακού. Παρά το ότι πριν την έναρξη του top-16 υπήρχε η δυνατότητα μεταγραφικής ενίσχυσης, η διοίκηση δεν προχώρησε σε καμία κίνηση και οι φωνές πλέον έγιναν έντονες και προς όλες τις κατευθύνσεις:
Εναντίον της διοίκησης που από τη μία δημιουργούσε προσδοκίες μέσω δηλώσεων για ευρωπαϊκή διάκριση μετά από τέσσερα χρόνια, αλλά από την άλλη δεν έκανε τις προσθήκες που βγάζουν μάτι ότι είναι αναγκαίες.
Εναντίον του προπονητή κυρίως για τις καλοκαιρινές του επιλογές και το πακέτο των Σέρβων παικτών που δεν αποδίδουν τα αναμενόμενα, αλλά και για το σχετικά αδιάφορο κοουτσάρισμα του στους αγώνες. Η ομάδα δεν αντιδρά καθόλου σε κανέναν αγώνα που η έκβαση του είναι αρνητική, δεν υπάρχει ένα plan B και η απαραίτητη ψυχολογία για να γυρίσει ένα παιχνίδι. Επίσης αρκετοί του καταλογίζουν και λάθος διαχείριση του ρόστερ, με κύριο επιχείρημα τη μικρή συμμετοχή του Χαραλαμπόπουλου και του Παπαγιάννη (κάτι που έκανε και η διοίκηση έμμεσα με σχετική ανακοίνωση της) αντί των Πάβλοβιτς και Κούζμιτς αντίστοιχα, από την στιγμή που οι δύο τελευταίοι ουσιαστικά αποτελούν μαύρη τρύπα όταν αγωνίζονται.
Εναντίον των παικτών που άλλοι τόσο μπορούν, τόσο παίζουν, όπως ο Κουζμιτς. Φιλότιμος μεν, πολύ λίγος δε ακόμα και ως δεύτερος ψηλός για ομάδα που υποτίθεται θέλει να πρωταγωνιστήσει στην Euroleague. Εναντίον του Ραντούλιτσα, ο οποίος μία παίζει καλά στην επίθεση, μία όχι, ενώ στην άμυνα ο κανόνας είναι ότι δε μπορεί ή ότι δεν θέλει. Εναντίον του Πάβλοβιτς, ο οποίος πλέον είναι εκτός τόπου και χρόνου, με μισή καλή εμφάνιση ανά 10 αγώνες, παρόλα αυτά ο Σάλε εξακολουθεί να του δίνει πολύ περισσότερο χρόνο συμμετοχής από όσο αξίζει. Εναντίον του Γιάνκοβιτς που δείχνει εκτός ρυθμού, άτολμος και άχρωμος, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι πλέον να αμφισβητούν αν είναι ο forward που θα μπορέσει να στηριχθεί ο Παναθηναϊκός τα επόμενα χρόνια. Ακόμα και ο Φώτσης έχει μπει στο στόχαστρο των οπαδών καθώς πλέον η απόδοση του πλέον απέχει πολύ από τα γνωστά δεδομένα των προηγούμενων ετών.
Πράγματι, η εικόνα στα τέσσερα πρώτα παιχνίδια του top-16 θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι η αναμενόμενη, καθώς πλέον ο ανταγωνισμός είναι σοβαρός και κάθε ήττα μετράει. Έτσι ο Παναθηναϊκός έχει σήμερα που μιλάμε ρεκόρ 1-3. Μία νίκη με την ψυχή στο στόμα επί της Μάλαγα στο ΟΑΚΑ η οποία κάλλιστα θα μπορούσε να ήταν και ήττα, καθώς το αποτέλεσμα κρίθηκε κυριολεκτικά στην ρουλέτα των 2 τελευταίων σουτ. Τρεις ήττες, εκ των οποίων οι δύο εκτός έδρας πανομοιότυπες, με τον Παναθηναϊκό να ξεκινάει τραγικά τους αγώνες, να κάνει μεν το come back αλλά στα τελευταία λεπτά να μην αντέχει λόγω κούρασης και ψυχολογίας.Η τρίτη ήταν και η χειρότερη όλων, καθαρή επικράτηση του Ερυθρού Αστέρα μέσα στο σπίτι του που τον έχει βάλει πλέον για τα καλά σε περιπέτειες και με την διοίκηση να ανακοινώνει επιβολή προστίμου σε προπονητικό team και παίκτες! Ενδιάμεσα ακόμα ένας κάκιστος αγώνας για το ελληνικό πρωτάθλημα εναντίον τη Κηφισιάς στο ΟΑΚΑ, αλλά και ένας μυϊκός τραυματισμός του Παππά, ήταν ακόμα δύο στοιχεία που πρέπει να αναφερθούν.
Ανακεφαλαιώνοντας, ακόμα και τα καθίσματα στο ΟΑΚΑ βλέπουν τα προβλήματα που έχει η ομάδα στο ρόστερ της. Αυτά είναι:
Λειψανδρία στην περιφέρεια. Το γεγονός ότι το 90% της χρονιάς ως τώρα έχει βγει με 3 guards, έχει τα φυσιολογικά αποτελέσματα: Ο Διαμαντίδης παίζει και φέτος 30 λεπτά, χωρίς να μπορεί να αποδώσει τα ζητούμενα (ηρεμία, καθαρό μυαλό, οργάνωση, δημιουργία, μεγάλα σουτ), εκτός από συγκεκριμένα και μεμονωμένα παιχνίδια που ακόμα δείχνει την τεράστια κλάση του. Ο Καλάθης έχει πέσει κατακόρυφα, αφού παίζει σχεδόν 35’ σε κάθε αγώνα, συνυπολογίζοντας ότι κουβαλάει και την κούραση από το Ευρωμπάσκετ του καλοκαιριού. Πλέον είναι πολύ άστοχος από τα 6,75μ. οι αριθμοί του γενικά έχουν μειωθεί, ενώ βγάζει και αρκετό εκνευρισμό στο παιχνίδι του παράλληλα με εύκολα λάθη που δεν δικαιολογούν τα χρήματα με τα οποία αμείβεται. Ο Φελντίν, αν και εξακολουθεί να είναι από τους καλύτερους παίκτες συνολικά στην φετινή περίοδο, σίγουρα δεν έχει καμία σχέση, ειδικά στα ποσοστά ευστοχίας, σε σχέση με τον παίκτη που βλέπαμε μέχρι πριν ένα μήνα (φυσικά για τον συγκεκριμένο παίκτη υπάρχει και το ελαφρυντικό της απειρίας σε αυτό το επίπεδο). Πλέον όλοι παρακαλάνε να επιστρέψουν σε κανονικούς αγωνιστικούς ρυθμούς από τους τραυματισμούς τους όσο πιο γρήγορα γίνεται οι Παππάς και Μποχωρίδης, αν και κανείς λογικά σκεπτόμενος δεν τρέφει αυταπάτες ότι θα αλλάξει δραματικά η κατάσταση με την επιστροφή δύο παικτών, που έχουν να παίξουν μπάσκετ εδώ και πολλούς μήνες. Σύμφωνα με δημοσιεύματα πάντως, οι πράσινοι σκοπεύουν να κάνουν τελικά μία μεταγραφή περιφερειακού παίκτη μέσα στον Φεβρουάριο. Και πάλι όμως, ο ξένος παίκτης θα έχει δικαίωμα συμμετοχής μετά το τέλος του πρώτου γύρου του top-16, θα πρέπει να εγκλιματιστεί, να μάθει συστήματα και νέους συμπαίκτες, οπότε όσο κελεπούρι και να αποδειχτεί ένας νέος παίκτης αυτή την στιγμή , ίσως να αποδειχτεί ότι η κίνηση αυτή γίνεται πολύ αργά.
Ποιοτικό κενό στην θέση 3. Πάβλοβιτς, Γιάνκοβιτς και Χαραλαμπόπουλος και οι τρεις μαζί αθροιστικά τελικά δεν δίνουν όσα θα έδινε από μόνος του ένας Μασιούλις π.χ. Για τον Παβλοβιτς τα έχουμε πει, παίζει λες και απλά ήρθε για να πάρει ένα καλό εφάπαξ λίγο πριν την απόσυρση του. Ο Γιάνκοβιτς έδειξε κάποια σημάδια ανάκαμψης στους τελευταίους αγώνες, απέχει πολύ όμως έστω και από τα περσινά δικά του δεδομένα, ενώ σίγουρα θα πρέπει να φτιάξει την άμυνα του, την ψυχολογία του και να σταθεροποιηθεί σε επίπεδα που θα «επιβάλλουν» στον προπονητή του να του δώσει περισσότερο χρόνο συμμετοχής και γενικά περισσότερη εμπιστοσύνη. Ο Χαραλαμπόπουλος φυσικά δεν μπορεί να κριθεί, πολλοί μάλιστα θεωρούν ότι θα έπρεπε να παίζει περισσότερο, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι χειρότερη απόδοση από τον Πάβλοβιτς αποκλείεται να έχει…
Έλλειψη ενός ακόμα αθλητικού ψηλού εκτός του Γκιστ. Ο αμερικάνος power forward στις τελευταίες αναμετρήσεις δείχνει ξεζουμισμένος. Και πώς να μην είναι άλλωστε, όταν είναι ο μοναδικός παίκτης ρακέτας που μπορεί να παίξει σύμφωνα με τις απαιτήσεις του σύγχρονου μπάσκετ. Με τον Φώτση σε πολύ ρηχά νερά όλη την χρονιά και τους δύο Σερβους center με τα τρανταχτά μειονεκτήματα τους, ο Γκιστ έχει γίνει λάστιχο να προσπαθεί να κλείσει κάθε κενό στην άμυνα της ομάδας, αγωνιζόμενος ακόμα και στην θέση 5. Γενικά ο Παναθηναϊκός αντιμετωπίζει τρομερό πρόβλημα στην άμυνα του με αντιπάλους που έχουν αθλητικούς ψηλούς , δηλαδή όλες τις ομάδες πλέον με σοβαρές βλέψεις στην Ευρώπη, ή επικινδύνους κοντούς πίσω από pic στη μπάλα. Εκτός από την άμυνα όμως, χάνονται και αρκετοί πόντοι από την επίθεση του, καθώς κανένας από τους Ραντούλιτσα και Κούζμιτς δε μπορούν να παίξουν αποτελεσματικά pic n roll (με τελειώματα alley oop από την εποχή Λάσμε – Γκιστ), κάτι που προκαλεί απορία για τον καλοκαιρινό σχεδιασμό της ομάδας, όταν στην σύνθεση της υπάρχει ίσως το καλύτερο δίδυμο pointguards στην Ευρώπη που μπορούν να βγάλουν τέτοιους είδους assists. Στο ίδιο μήκος κύματος πολλοί είναι αυτοί που αναρωτιούνται γιατί να πληρώνει η ομάδα ένα τόσο ακριβό συμβόλαιο για τον Ραντούλιτσα, ενώ πέρυσι πχ η ομάδα ουσιαστικά έπαιρνε ακριβώς τα ίδια πράγματα από τον πολύ πιο φτηνό Εστεμπάν Μπατίστα.
Συμπερασματικά, ο Παναθηναϊκός είναι βαριά άρρωστος. Με δεδομένα όσα έχουμε δει μέχρι σήμερα, μόνο με ένα θαύμα θα μπορέσει να πετύχει τους φετινούς του στόχους (όποιοι και αν είναι αυτοί τελικά). Τα προβλήματα που έχει είναι πολλά και σε όλους τους τομείς. Στην στελέχωση (ποιοτικά και ποσοτικά), στην απόδοση συγκεκριμένων παικτών, στα χαρακτηριστικά που έχουν κάποιοι από αυτούς, στην ψυχολογία, στην ταχύτητα της ομάδας, στην καθοδήγηση από τον πάγκο ενδεχομένως και τις επιλογές του προπονητή, την «αδιαφορία» της διοίκησης στα προβλήματα που φωνάζουν και τις σπασμωδικές αντιδράσεις της, όπως το πρόστιμο που επέβαλαν μετά τον αγώνα με τον Ερυθρό Αστέρα.
Αυτή την στιγμή η κατάσταση δείχνει μη αναστρέψιμη, τουλάχιστον στην Ευρώπη. Η φανέλα από μόνη της πλέον δεν τρομάζει κανέναν (έχουν περάσει άλλωστε 5 χρόνια από την τελευταία κατάκτηση τίτλου) , οι μικρές και μεσαίες ομάδες της Euroleague έχουν δυναμώσει πάρα πολύ, ο Διαμαντίδης έχει φτάσει στην δύση της τεράστιας καριέρας του, το budget έχει περιοριστεί σε σχέση με τα χρόνια της δυναστείας που είχε δημιουργήσει ο Ομπράντοβιτς.
Μία ήττα στον ντέρμπι με τον Ολυμπιακό, ειδικά αν συνοδεύεται και από απώλεια του πλεονεκτήματος σε περίπτωση ισοβαθμίας, ίσως σηματοδοτήσει εξελίξεις σε όλους τους τομείς και αποτελέσει την αφορμή για ένα μεγάλο ξεσκαρτάρισμα στο έμψυχο δυναμικό, αν φυσικά θιχτεί ο εγωισμός του Δημήτρη Γιαννακόπουλου. Αν δεν συμβεί το τελευταίο, η ήττα από μόνη της μπορεί να οδηγήσει στον γκρεμό, με την ψυχολογία σε ακόμα χαμηλότερα επίπεδα και την γκρίνια από την εξέδρα (και τα social media) να φτάνουν σε πρωτόγνωρα επίπεδα για αυτή την ομάδα που έχει συνηθίσει σε τελείως διαφορετικές καταστάσεις τα τελευταία 20 χρόνια.
Αντιθέτως, αν ο Παναθηναϊκός κάνει το 3-0 στις φετινές του αναμετρήσεις με τον Ολυμπιακό και αξιοποιήσει ψυχολογικά το συγκεκριμένο αποτέλεσμα, ίσως να είναι πραγματικά η ύστατη ευκαιρία που έχει να σώσει την φετινή χρονιά. Αν δοθεί το έναυσμα για αλλαγή του διακόπτη, έχει καλώς, αν και προσωπικά δεν πιστεύω ότι είναι ρεαλιστικό ένα τέτοιο σενάριο. Από την άλλη βέβαια, αν νικήσει στο Φάληρο και επαναπαυθεί στις δάφνες της νίκης κόντρα στον αιώνιο αντίπαλο, κινδυνεύει να χάσει το δάσος χαζεύοντας το δέντρο…
Ολυμπιακός:
Ο πρωταθλητής Ελλάδας τελείωσε την περσινή χρονιά με εντυπωσιακό τρόπο, «σκουπίζοντας» για πρώτη φορά στην ιστορία του τους πράσινους στους τελικούς του ελληνικού πρωταθλήματος, ενώ έφτασε ξανά στον τελικό της Euroleague, κάνοντας ακόμα μία επική ανατροπή στον ημιτελικό κόντρα στον συνήθη ύποπτο, την ΤΣΣΚΑ. Στον τελικό δεν τα κατάφερε χάνοντας καθαρά από την Ρεάλ, η χρονιά όμως είχε ξεκάθαρα θετικό πρόσημο.
Φυσιολογικά λοιπόν ο Σφαιρόπουλος συνέχισε στον πάγκο της ομάδας και είχε για πρώτη φορά την δυνατότητα να στελεχώσει τους κόκκινους με τις προσωπικές του επιλογές από την αρχή της σεζόν. Η φιλοσοφία του ήταν ξεκάθαρη: άμυνα, άμυνα, άμυνα! Από το λιμάνι έφυγαν ο υπερπολύτιμος Κώστας Σλούκας, ο Μπράιαντ Ντάνστον (καλύτερος αμυντικός της Euroleague τις τελευταίες δύο σεζόν), ο Μπρεντ Πέτγουεϊ (λόγω συχνών τραυματισμών) και ο Ολιβερ Λαφαγιέτ που δεν ικανοποίησε με τις περσινές του εμφανίσεις. Ο Έλληνας coach έφερε στην θέση 5 τον θηριώδη Πάτρικ Γιάνγκ και τον φέρελπι Νίκολα Μιλουτίνοφ. Ο αμερικάνος center αποτέλεσε μήλο της έριδος για πολλές ομάδες, με τρομερά φυσικά προσόντα και σημαντικά περιθώρια βελτίωσης στο παιχνίδι του, ενώ ο διεθνής Σέρβος θεωρείται από τους επόμενους Ευρωπαίους παίκτες που θα παίξουν στον NBA. Στην θέση των guards προχώρησε στην απόκτηση του Ντάνιελ Χάκετ, στον ρόλο του αντι-Σλούκα, τον Dj Strawberry με κύριο προσόν την ενέργεια που βγάζει κυρίως στην άμυνα και τον Γιάννη Αθηναίου για πέμπτο και συμπληρωματικό guard. Για την θέση του αναπληρωματικού power forward πάρθηκε η απόφαση να μην γίνει κάποια μεταγραφή, αλλά να αναβαθμιστεί ο ρόλος των Αγραβάνη και Τσαϊρέλη ως back up του Γιώργου Πρίντεζη.
Για τους παλιούς το πλάνο ήταν το εξής: Σπανούλης, Πρίντεζης, Λοτζέσκι θα είναι οι πυλώνες της επίθεσης, Μάντζαρης στην οργάνωση, Χάντερ υπεύθυνος για την ρακέτα και Παπαπέτρου με περισσότερη εμπειρία και αυξημένο χρόνο συμμετοχής.
Οι τραυματισμοί έκαναν από την αρχή της σεζόν την εμφάνιση τους. Ο Χάντερ απουσίασε από τα ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό, ο Γιανγκ έδειξε ότι χρειαζόταν χρόνο προσαρμογής, ο Strawberry έμοιαζε τελείως εκτός κλίματος και κάπως έτσι οι ερυθρόλευκοι δεν συνέχισαν το κερδοφόρο σερί του 5-0 που είχαν από την προηγούμενη χρονιά κόντρα στους πράσινους. Η χρονιά ξεκίνησε με γκρίνια και απώλεια του πρώτου (και μικρότερης σημασίας) στόχου, το κύπελλο Ελλάδας.
Ακολούθησε μία φυσιολογική νίκη στην πρεμιέρα της Euroleague επί της Τσεντεβίτα και μία ήττα στην παράταση από την Λαμποράλ Κούτσα του Γιάννη Μπουρούση. Όμως οι τραυματισμοί δεν είχαν τελειωμό. Στην λίστα με τους απόντες έμπαιναν κυρίως τα ονόματα των Λοτζέσκι, Σπανούλη, ο Χάντερ με τον Πρίντεζη περιστασιακά, ακόμα και ο βιονικός Μάντζαρης, αλλά το μεγαλύτερο πλήγμα ήταν η ρήξη χιαστού που υπέστει ο Πάτρικ Γιάνγκ στον αγώνα με την Εφές εκτός έδρας. Ο Γιάνγκ είχε αρχίζει να μαθαίνει τα κατατόπια και να παίζει εξαιρετικά και στις δύο πλευρές του γηπέδου. Στην άμυνα αποτελούσε φόβητρο, ενώ στην επίθεση εκτός από τις φάσεις που τελείωνε με εντυπωσιακά καρφώματα, σιγά σιγά έδειχνε ολοένα και περισσότερα στοιχεία στο παιχνίδι του. Ο τραυματισμός του προκάλεσε σοκ στην ομάδα του Πειραιά, καθώς ο Χάντερ δεν είχε σταθερή απόδοση λόγω και των δικών του τραυματισμών, ενώ ο Μιλουτίνοφ δεν δικαίωνε τον ντόρο που ακολουθούσε το όνομα του. Ο Ολυμπιακός κινήθηκε διακριτικά στην αγορά και συμφώνησε με τον Σον Τζέιμς, για να καλύψει το κενό στην θέση 5. Δεδομένης της διαθέσιμης ρευστότητας, την χρονική στιγμή και τις διαθέσιμες επιλογές, ο πρωταθλητής Ευρώπης με τη Μακάμπι, φαινόταν από τις καλύτερες περιπτώσεις που θα μπορούσαν να βρεθούν. Ερωτηματικό αποτελούσε η μέση του και το χρόνιο πρόβλημα που τον έχουν οδηγήσει σε πτωτική πορεία τα τελευταία χρόνια, αν και οι φετινές του εμφανίσεις στο ισπανικό πρωτάθλημα, ήταν άκρως ενθαρρυντικές.
Παρ’ όλες τις σοβαρές απουσίες όμως, ο Ολυμπιακός κατάφερε 7 σερί νίκες στην Ευρώπη, συνέχισε επίσης αήττητος στο ελληνικό πρωτάθλημα και η ομάδα έδειχνε ικανή για μεγάλα πράγματα, ειδικά επειδή έδειχνε τρομερή προσήλωση στο αμυντικό δόγμα του Σφαιρόπουλου και το πνεύμα του νικητή που έχει καλλιεργηθεί τα τελευταία χρόνια στην ομάδα. Ο coach έβρισκε τρόπο να κρύβει τα κενά που άφηνε η απουσία βασικών παικτών, παίρνοντας το 100% μέχρι και από τον θεωρητικά τελευταίο παίκτη της ομάδας. Ο Αθηναίου μπορεί να χαρακτηριστεί ο παίκτης αποκάλυψη από τους καινούριους, ο Μάντζαρης ανέλαβε και επιθετικές πρωτοβουλίες, ο Χάκετ αργά αλλά σταθερά βελτίωνε την απόδοση του, ο Παπαπέτρου πραγματοποιούσε πολύ καλές εμφανίσεις και μόνο ο Strawberry δυσκολευόταν να βγάλει τον καλό του εαυτό στο παρκέ. Έτσι οι απουσίες των Σπανούλη και Λοτζέσκι από τα περισσότερα παιχνίδια δεν στοίχισαν στους κόκκινους.
Όμως στις θέσεις μέσα στην ρακέτα δεν υπήρχε η ίδια αποτελεσματικότητα. Εκτός του καταπληκτικού Πρίντεζη που κάνει ίσως την καλύτερη σεζόν στην καριέρα του, ο Αγραβάνης κάπου χαμένος ανάμεσα στις θέσεις 4 και 5, το soft παιχνίδι του και την κακή νοοτροπία που τον διακατέχει, αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα των Πειραιωτών μέχρι τώρα. Ο προπονητής του Ολυμπιακού αρχικά έδωσε ευκαιρίες και στον Τσαϊρέλη, αλλά ο Έλληνας παίκτης δεν έπεισε ότι μπορεί να σταθεί επάξια στο απαιτητικό επίπεδο της Euroleague. Επόμενη κίνηση ήταν να χρησιμοποιήσει ακόμα και τον Παπαπέτρου σε θέση 4, κάτι που είχε όμως ως αποτέλεσμα ο νεαρός forward να βγει εκτός ρυθμού αφού αναγκάστηκε να παίξει σε μία θέση που δεν κατέχει, τουλάχιστον προς το παρόν. Στους center ο Χάντερ μόνος του δε μπορεί να κρατήσει όλο το βάρος, ο Μιλουτίνοφ αποδεικνύεται ανεπαρκής αν και αναγκαστικά παίρνει αρκετό χρόνο συμμετοχής, ενώ ο Τζέιμς τελικά δικαιώνει όσους ήταν επιφυλακτικοί για το αν θα μπορέσει να προσφέρει όσα του αναλογούσαν.
Οι περσινοί φιναλίστ της Euroleague, παρά την εντυπωσιακή τους πορεία στην πρώτη φάση της φετινής διοργάνωσης (8-2 ρεκόρ, με δεύτερη ήττα στο αδιάφορο παιχνίδι με την Εφες στο ΣΕΦ την τελευταία αγωνιστική), στάθηκαν άτυχοι καθώς έπεσαν στον όμιλο των λεόντων (ΤΣΣΚΑ, Ρεάλ, Μπαρτσελόνα, Χίμκι, Λαμποράλ). Το γεγονός όμως ότι κατάφεραν να εντυπωσιάσουν στην regular season, χωρίς τον ηγέτη τους στα περισσότερα παιχνίδι και κόντρα σε όλες τις ατυχίες, έχει δημιουργήσει υψηλές προσδοκίες στο κόκκινο στρατόπεδο.
Ανακεφαλαιώνοντας, τα θέματα που απασχολούσαν τον κόσμο του Ολυμπιακού ήταν ξεκάθαρα: πρόβλημα σε set επιθέσεις και κυρίως στο μακρινό σουτ, κενό στην θέση 4 πίσω από τον Πρίντεζη και έλλειψη ποιότητας στην θέση 5. Στα θετικά η αγωνιστική άνοδος του Strawberry, ο οποίος σταδιακά παρουσίαζε τα προτερήματα που τον έκανα γνωστό πέρυσι στο τουρκικό πρωτάθλημα, δηλαδή πολύ καλή άμυνα, τρέξιμο στο ανοικτό γήπεδο και ενέργεια σε κάθε σημείο του γηπέδου. Αντ΄ αυτού η διοίκηση αποφάσισε να φέρει τον αμερικανό guard Ντάριους Τζόνσον-Όντομ, μία κίνηση που μάλλον προκάλεσε έκπληξη στον μπασκετικό χώρο. Ένας ακόμα περιφερειακός με έμφαση στην άμυνα, μάλλον μπλέξιμο δημιουργεί στην ομάδα και συνωστισμό στους κοντούς, παρά ότι καλύπτει κάποια επιτακτική ανάγκη. Και μέσα σε όλη, μία έκδηλη απορία σχετικά με τι πραγματικά συμβαίνει με τον Λοτζέσκι, ο οποίος απουσιάζει σχεδόν όλη την φετινή χρονιά!
Η φάση του top-16 ξεκίνησε εντυπωσιακά. Άνετη νίκη εντός με την Μπαρτσελόνα, καθαρή επικράτηση επί της Λαμποράλ στην Ισπανία. Όμως πριν από περίπου 10 μέρες ήρθαν ξαφνικά τα πάνω-κάτω. Ήττα εκτός προγράμματος εντός έδρας από τη Μπάμπεργκ και καπάκι ήττα στο Κάουνας από την πιο αδύνατη ομάδα του ομίλου, την Ζαλγκίρις. Και η γερμανική ομάδα και η λιθουανική ακολούθησαν την ίδια απλή τακτική: έκλεισαν τους διαδρόμους μέσα στην ρακέτα, ρίσκαραν το μακρινό σουτ, στόχευσαν επιθετικά την front line του Ολυμπιακού και το αποτέλεσμα ήταν καρμπόν. Δύο ήττες καταστροφικές, από δύο ομάδες που λογικά δεν θα φτάσουν να διεκδικήσουν καν την είσοδο τους στα play off. Ο Ολυμπιακός εμφάνισε για ακόμα μία φορά την αδυναμία του στην επίθεση και ειδικά στα σουτ 3π., ενώ αν προσθέσει κάποιος στην εξίσωση το παρατεταμένο ντεφορμάρισμα του Σπανούλη και την κακή απόδοση του Πρίντεζη στα συγκεκριμένα παιχνίδια, τότε οι 63,5π. που πέτυχε ο Ολυμπιακός στα συγκεκριμένα παιχνίδια δεν αποτελούν έκπληξη.
Ο αρχηγός τραβάει επιθέσεις από τα μαλλιά, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει να παίξει περισσότερο για την ομάδα, μοιράζοντας τη μπάλα όταν τραβάει και δεύτερο παίκτη επάνω του (βέβαια και ο αμαρκάριστος συμπαίκτης του πρέπει να ευστοχήσει στο ελέυθερο σουτ), ενώ ο υπαρχηγός παίζει με πρόβλημα στη μέση του, επακόλουθο του έλλειψης άξιου αντικαταστάτη του στην θέση 4.
Μέσα σε όλα αυτά, ο Σον Τζέιμς ανακοίνωσε μόλις χθες ότι αποχωρεί οικιοθελώς από την ομάδα (!), ενώ οι ερυθρόλευκοι την περασμένη βδομάδα προχώρησαν στην απόκτηση του Κώστα Παπανικολάου, ο οποίος είχε μείνει ελεύθερος και έψαχνε ομάδα στην Ευρώπη. Με άλλα λόγια, ο Ολυμπιακός πρόσθεσε ακόμα έναν παίκτη σε θέση που ουσιαστικά είναι υπερπλήρης, καθώς ο Παπαπέτρου θεωρείται δεδομένος για τα επόμενα χρόνια, ο Λοτζέσκι αποτελεί βασικό και υπερχρήσιμο στέλεχος ενώ υπάρχει και ο Stawberry, που συχνά παίζει στην θέση 3 και αυτή την στιγμή είναι ίσως ο καλύτερος παίκτης των πρωταθλητών Ελλάδας. Ταυτόχρονα έμεινε με μείον ένα παίκτη στην νευραλγική θέση του center, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι Αγγελόπουλοι δεν σκοπεύουν να προβούν σε νέα μεταγραφή, το οποίο σημαίνει ότι θα υπάρξουν εσωτερικές αλλαγές για να μπαλωθούν οι τρύπες. Παπανικολάου (όταν μπει σε αγωνιστικό ρυθμό) και Παπαπέτρου στο 4, Αγραβάνης καθαρά στο 5. Επιτρέψτε όμως να πω, ότι καμία από τις παραπάνω πατέντες δεν πιστεύω πως θα αποδώσουν και ότι ο Ολυμπιακός θα αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα μέχρι το τέλος της χρονιάς εξαιτίας των περίεργων επιλογών της διοίκησης και του Σφαιρόπουλου.
Συμπερασματικά, αν ο χρόνος σταματούσε πριν τον αγώνα με τη Μπάμπεργκ, ο Ολυμπιακός θα ήταν ίσως η πιο σταθερή ομάδα στην Ευρώπη, με δικαίωμα να ελπίζει σε κατάκτηση μίας από τις πρώτες δύο θέσεις στον όμιλο του, άρα και το πλεονέκτημα έδρας στα play off και θα αποτελούσε έναν αντίπαλο που καμία ομάδα δεν θα ήθελε να βρει στον δρόμο της. Η εικόνα όμως στις δύο τελευταίες ευρωπαϊκές αναμετρήσεις έχει αλλάξει άρδην τα δεδομένα. Πλέον το κλίμα είναι ηλεκτρισμένο, οι φωνές κατά του Σφαιρόπουλου και η εμμονή του στην στελέχωση με αμυντικογενείς παίκτες πολλαπλασιάζονται. Το πρόβλημα στο 3π. είναι υπαρκτό, το κενό στην θέση 4 (αλλά και στο 5 πλέον) μπορεί να καταστεί ανυπέρβλητο, ενώ θα πρέπει να βρεθεί άμεσα κάποιος τρόπος να απεμπλακεί η ομάδα, αλλά κυρίως να ξεκλειδώσει ο ίδιος ο Σπανούλης το μυαλό του, από τον μονοδιάστατο τρόπο που «επιβάλλεται» στην επίθεση του Ολυμπιακού τα λεπτά που είναι ο αρχηγός στο παρκέ.
Εξίσου σημαντικό θέμα που πρέπει να επιλύσει ο Σφαιρόπουλος για να στρώσει αγωνιστικά η ομάδα είναι η αναδιοργάνωση του ρόστερ και ο επαναπροσδιορισμός των ρόλων μέσα σε αυτή. Να βρει ποιος παίκτης θα παίξει σε ποια θέση, να μοιράσει αξιοκρατικά τον χρόνο συμμετοχής, να μην ξενερώσει παίκτες που έχουν προσφέρει μέχρι τώρα (Παπαπέτρου, Αθηναίου, Strawberry) αλλά ταυτόχρονα να εντάξει στο rotation αυτούς που ήρθαν ή που επιστρέφουν από τραυματισμό (Παπανικολάου, Οντομ, Λοτζέσκι). Γενικά πολύ δύσκολη η εξίσωση έτσι όπως διαμορφώθηκε το έμψυχο δυναμικό τις τελευταίες μέρες.
Οι επόμενες βδομάδες θα είναι καθοριστικές για την φετινή σεζόν, αρχής γενομένης από τον ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό, αφού θα κριθεί εν πολλοίς το πλεονέκτημα στους τελικούς του ελληνικού πρωταθλήματος, αλλά κυρίως η πρόκριση στην επόμενη φάση της Euroleague, με έναν Γολγοθά να περιμένει τους κόκκινους (Ρεάλ εκτός, Χίμκι εντός, ΤΣΣΚΑ και Μπάρτσα εκτός!). Αν δεν καταφέρει να κερδίσει τουλάχιστον 2 από τους 4 αυτούς αγώνες, ο Ολυμπιακός κινδυνεύει να μείνει εκτός play off! Έτσι το σημερινό παιχνίδι κόντρα στους πράσινους αποκτά κομβικό χαρακτήρα και σε ψυχολογικό επίπεδο, καθώς οι κόκκινοι δεν έχουν περιθώριο ήττας. Σε περίπτωση που δεν καταφέρει να κερδίσει ο Ολυμπιακός και με τον κόσμο του στις εξέδρες να αντιδρά αρνητικά ενδεχομένως σε μία τέτοια έκβαση, το κλίμα για τον Σφαιρόπουλο θα γίνει ασφυκτικό. Μονόδρομος λοιπόν η νίκη, σε έναν αγώνα must win έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα αγωνιστικά δεδομένα, με την ομάδα του Πειραιά να έχει το βάρος του φαβορί, κυρίως λόγω της χειρότερης γενικά απόδοσης του Παναθηναϊκού, το -4 που πρέπει να καλύψει και την πολύ κακή εικόνα των τελευταίων ημερών.
Που θα κριθεί:
Η τακτική που ακολουθήσουν οι δύο μονομάχοι είναι ξεκάθαροι:
Οι γηπεδούχοι θα πιέσουν ασφυκτικά τους οργανωτές του Παναθηναϊκού με σκοπό να τους κουράσουν μια ώρα αρχύτερα. Αριθμητικά και μόνο, από τη μία υπάρχουν έξι ετοιμοπόλεμοι guards, από την άλλη μόνο τρεις ετοιμοπόλεμοι (και ο Γιάνκοβιτς κατά συνθήκη, με το ζόρι τέσσερις) και δύο …συμπληρωματικοί αφού προέρχονται από τους τραυματισμούς τους (Παππάς και Μποχωρίδης). Αν καταφέρει να βγάλει εκτός παιχνιδιού τον Καλάθη και τον Διαμαντίδη, να μην μοιράσουν τη μπάλα στους ψηλούς τους, αυτομάτως θα έχει το πλεονέκτημα στην αναμέτρηση. Σίγουρα ο Ολυμπιακός θα προτιμήσει το γρήγορο tempo στο παιχνίδι και σε set παιχνίδι θα προσπαθήσει να χτυπήσει επιθετικά με άπειρα pic n roll επάνω στους Ραντούλιτσα και Κούζμιτς.
Οι φιλοξενούμενοι είναι δεδομένο ότι επιθετικά θα επιχειρήσουν να μεταφέρουν όσο γίνεται περισσότερο το παιχνίδι μέσα στην ρακέτα, αφού εκεί υπερτερούν θεωρητικά και με δεδομένη την εικόνα στις δύο μέχρι τώρα αναμετρήσεις των αιωνίων. Στην άμυνα προφανώς θα ακολουθήσουν την τακτική που πλήγωσε τον Ολυμπιακό στα τελευταία παιχνίδια, δηλαδή πολύ κλειστή άμυνα για να κλείσουν τα drives από τα pic n roll των αντιπάλων και να κουκουλώσουν την αδυναμία των αργών ψηλών του, ρισκάροντας τα μακρινά σουτ των γηπεδούχων. Σίγουρα ο Σάλε θα κρατήσει το παιχνίδι σε όσο το δυνατόν πιο αργό ρυθμό, ενώ θα πρέπει να βρει τρόπο να αντέξουν οι 3 περιφερειακοί του μέχρι τα τελευταία κρίσιμα λεπτά του αγώνα.
Key points:
Το match up των δύο «εξαντλημένων» Πρίντεζης vs Γκιστ, ποιος θα κερδίσει στη μεταξύ τους μονομαχία. Tι θα πάρει ο Παναθηναϊκός στην θέση 3, αν πάρει (ο Γιάνκοβιτς δείχνει σε καλή κατάσταση). Ποιος Σπανούλης θα εμφανιστεί στο γήπεδο. Η ευστοχία στα μακρινά σουτ των ερυθρολεύκων. Πόσο θα αντέξει ο Καλάθης και ο Διαμαντίδης.
Small hints:
Μην εκπλαγείτε αν ο Όντομ παίξει καθοριστικό ρόλο στο αποτέλεσμα, είτε αμυντικά που είναι απροσπέλαστος και με τρομερή ενέργεια και ταχύτητα, είτε επιθετικά που ίσως είναι ο μοναδικός παίκτης (εκτός Σπανούλη) ο οποίος μπορεί να δώσει το κάτι παραπάνω με προσωπικές ενέργειες σε set παιχνίδι.
Από την άλλη μεριά, ο Παπαγιάννης μπορεί να πάρει χρόνο συμμετοχής ως ο πιο αλτικός ψηλός από τους 3 center που έχει ο Παναθηναϊκός, άρα ο μοναδικός που μπορεί να τελειώσει φάσεις με alley oop. Μην ξεχνάμε ότι κάθε πόντος μετράει χρυσός, ειδικά λόγω του +4 του πρώτου γύρου.
Χάρης Τσαμπούρης, προπονητής καλαθοσφαίρισης
BSc in Physical Education and Sports Science, specialization in Basketball Coaching