Όποιος έχει ασχοληθεί χρόνια με το ελληνικό μπάσκετ σίγουρα γνωρίζει τον Θεόδωρο Μπολάτογλου. Χρόνια στο μπασκετικό κουρμπέτι, προπονητής , γενικός γραμματέας του συνδέσμου Ελλήνων προπονητών, καθηγητής στα ΤΕΦΑΑ και γενικά… μπασκετάνθρωπος. Ακόμα όμως και αυτός, ο οποίος πριν καν διαβάσει, μάθει και αναλύσει το κάθε σύστημα, ξέρει που οδηγεί, φήμες θέλουν να κάνει ώρες προπόνησης, όλα όσα διδάσκει στα σεμινάρια και στα τμήματα προπονητών, μην τυχόν και δεν είναι τέλεια προετοιμασμένος όταν θα μπει στην πράξη.
Αυτό είναι και ένα από τα χαρακτηριστικά που τονίζει στους μαθητές του, ώστε από τεχνικοί του αθλήματος να γίνουν προπονητές. Αυτό ανέφερε και στο infobasket.gr αναλύοντας τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διαθέτει κάποιος για να πάρει τον “τίτλο” του κόουτς.
«Φέτος ιδρύθηκαν από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού οι Σχολές έπειτα από πίεση και πρόταση του Συνδέσμου και της Ομοσπονδίας» λέει ο Θόδωρος Μπολάτογλου. «Οι τελευταίες έγιναν το 2008 άρα είχαμε 5 χρόνια χωρίς. Υπάρχει έλλειψη σε προπονητές. Αυτό φαίνεται και από την προσέλευση των σπουδαστών. Πραγματικά είναι πολύ ενθαρρυντικό το γεγονός ότι φοιτούν αυτή τη στιγμή, γύρο στους 650 σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Κρήτη. Αυτό δείχνει και τη δυναμική του αθλήματος. Πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχει παραγωγή προπονητών για το λόγο ότι ειδικευμένα άτομα πρέπει να προπονούν και να καθοδηγούν παίκτες. Ειδικά νεαρούς παίκτες.
Διότι αυτή τη στιγμή δυστυχώς οι περισσότεροι κάνουν τους προπονητές, ενώ δεν είναι (προπονητής είναι αυτός που έχει τη άδεια άσκησης του επαγγέλματος προπονητή). Το να έχεις άδεια λοιπόν τι δείχνει; Δείχνει πιστοποιημένα ότι έχει κάποια γνώση, έχει ακούσει κάποια πράγματα. Για εμάς είναι απαράδεκτο να καθοδηγούν μικρά παιδιά, μίνι, παμπαίδες παιδικά, εφηβικά, άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν περάσει από μια σχολή και δεν έχουν ακούσει, όχι τόσο την τεχνική και την ταχτική του αθλήματος, όσο θέματα συμπεριφοράς, θέματα ψυχολογίας θέματα παιδαγωγικής, θέματα που αφορούν το ανθρώπινο σώμα εργοφυσιολογία, εργομετρία, εργοφυσική. Πως θα κάνεις τον προπονητή χωρίς αυτά;
Για να οδηγήσεις ένα μηχανάκι θα πρέπει να έχεις δίπλωμα, για να καθοδηγήσεις έναν άνθρωπο δε χρειάζεται τίποτα; Άρα λοιπόν ήταν ανάγκη να βγουν προπονητές και το δεύτερο βήμα θα είναι, σε όλη την αγωνιστική πυραμίδα να υπάρχουν προπονητές με άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και με ταυτότητα του προπονητή».
Δηλαδή τα επόμενα χρόνια θα μπορεί να προπονεί κάποιος σε όλες τις κατηγορίες μόνο εάν έχει ταυτότητα (όπως νομιμοποιήθηκε και στο ποδόσφαιρο πέρσι);
«Ασφαλώς! Εμείς πρέπει να πω ότι είμαστε πρωτοπόροι, απλά μείναμε πίσω στη συνέχεια. Ο πρώτος κανονισμός προπονητών έγινε από το μπάσκετ το 1992, που καθόριζε όλα αυτά τα θέματα. Τα διπλώματα των προπονητών, τις κατηγορίες, γιατί υπάρχουν τρεις κατηγορίες, Γ’, Β’, Α ‘,που κάθε μια έχει ορισμένες ιδιαιτερότητες. Έτσι με το αντίστοιχο δίπλωμα κάποιος μπορεί να κοουτσάρει αντίστοιχα, στην κάθε κατηγορία. Στη συνέχεια λοιπόν είδαμε ότι το ποδόσφαιρο προχώρησε και πρέπει και στο μπάσκετ να γίνει κάτι παρόμοιο. Δηλαδή να καθοδηγεί ομάδα μόνο αυτός που έχει ταυτότητα προπονητή».
Φέτος πραγματοποιήθηκε η Γ’ σε τρία σημεία της Ελλάδος, θα ακολουθήσουν σχολές για Α και Β;
«Το έχουμε συζητήσει και αυτό. Δεν μπορούν να γίνουν όμως όλες μαζί, γιατί υπάρχουν 30 αθλήματα από 3 σχολές το κάθε άθλημα, 90 σχολές. Αυτή τη στιγμή έχουμε ήδη ζητήσει την Α’ κατηγορία, γιατί υπάρχουν και πολλοί διεθνείς, που δικαιούνται να πάνε κατευθείαν σε αυτήν και θα την παρακολουθήσουν αλλά και πολλοί που έχουν Β κατηγορίας δίπλωμα και θέλουν να εξελιχτούν. Άρα προτεραιότητα έχει αυτή και μετά θα ακολουθήσει και η Β, η οποία μπορεί να γίνει λίγο αργότερα, για να δικαιούνται και οι σπουδαστές των τωρινών σχολών της Γ, να πάνε στη Β. γιατί όπως ξέρετε, προϋπόθεση για να πάει κάποιος στη Β είναι αφού πάρει το δίπλωμα της Γ, να έχει κάνει ένα χρόνο προπονητής και να έχει παρακολουθήσει και κάποιο αριθμό σεμιναρίων.
Έχουμε ακούσει για τη σέρβικη «σχολή», θεωρείτε ότι οι Ελληνες προπονητές έχουν δημιουργήσει τη δική τους;
«Δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι σχολή, είναι μεγάλη λέξη αυτή. χαρακτηριστικά όμως «σχολής», έχουν οι Ελληνες προπονητές. Δηλαδή διακρίνονται για την τακτική που έχουν. Κυρίως έχουν τακτική σκέψη. Οι ομάδες τους προσανατολίζονται να έχουν πολύ καλή άμυνα και στην επίθεση δεν παίζουν τυχαία, αλλά προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τα δυνατά τους όπλα. Δηλαδή υπάρχει αρκετή τακτική, καλή άμυνα και σημάδεμα, όπως λέμε στην επίθεση.
Υπάρχουν άλλα κράτη που παίζουν πιο ελεύθερα. Βλέπουμε εκεί, οι παίκτες να παίρνουν περισσότερες πρωτοβουλίες και δεν υπάρχει τόσο τακτική. Αυτό λοιπόν χαρακτηρίζει τον Έλληνα προπονητή. Προσανατολισμός στην άμυνα και τακτική σκέψη στην επίθεση».
Εκτός από τον Κουφό, φέτος είδαμε και άλλους παίκτες πηγαίνουν στο ΝΒΑ, θεωρείτε ότι μπορεί και κάποιος Έλληνας προπονητής, να κάνει αυτό το βήμα;
«Οι προπονητές του ΝΒΑ είναι ένα κλειστό κύκλωμα. Δεν νομίζω ότι είναι στόχος για κάποιον Έλληνα να πάει στο ΝΒΑ σαν προπονητής και εξάλλου δεν έχει πάει και κάποιος Ευρωπαίος. Αλλά αυτή τη στιγμή, ο Έλληνας προπονητής δουλεύει στα περισσότερα πρωταθλήματα της Ευρώπης και όχι μόνο της Ευρώπης αλλά και παγκοσμίως. Στη Βενεζουέλα βρέθηκε προπονητής, στο Λίβανο, Σουηδία, Κίνα και φυσικά στα δυνατά πρωταθλήματα της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, συμμετέχουν Ελληνες προπονητές».
Το να γίνει κάποιος προπονητής είναι ταλέντο, ή χρειάζονται και άλλα στοιχεία;
«Όλα εξελίσσονται, όλοι μπορούν να βελτιωθούν. Το προπονητιλίκι είναι πρώτα από όλα μεράκι, πρέπει να ασχολείσαι πρέπει να εμβαθύνεις. Δεν είσαι δημόσιος υπάλληλος, δεν είναι δυο ώρες προπόνησης και τέλος. Για να πας να κάνεις δυο ώρες προπόνηση, μπορεί να χρειαστεί να προετοιμαστείς και δυο και τρεις και τέσσερις ώρες, ειδικά αν κάνεις σκάουτιγκ. Αν το κάνεις για να παίρνεις κάποιο μεροκάματο, τότε είναι μικρός ο δρόμος που θα διανύσεις σας προπονητής. Πρώτα από όλα είναι μεράκι. Το αγαπάς και το κάνεις».
Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά που θα πρέπει να έχει κάποιος ώστε να γίνει προπονητής;
«Πρώτα από όλα θα πρέπει να έχει γνώσεις και να ενημερώνεται συνεχώς. Το μπάσκετ κάθε 5-10 χρόνια αλλάζει. Υπάρχουν καινούρια πράγματα. Βλέπουμε στην πράξη καινούρια πράγματα, τα οποία εφαρμόζονται και έμπρακτα. Άρα σημαίνει ότι ο προπονητής θα πρέπει να είναι ενήμερος. Θα πρέπει να διαβάζει, να επιμορφώνεται με σεμινάρια, μέσω ιντερνέτ, μέσω βιβλίων, μέσω DVD, συνεχή επιμόρφωση. Τώρα θα διακριθεί περισσότερο αυτός, ο οποίος τις γνώσεις του τις βάζει και σε μια σειρά. Έχει μια μεθοδικότητα, έχει μια μεθοδολογία σε αυτό που κάνει. Γιατί έτσι μπορεί και να τα περάσει πιο εύκολα στους παίκτες του και αυτά να γίνουν πράξη μέσα στο γήπεδο. Άρα γνώσεις, μεθοδολογία, οι σχέσεις με τους παίκτες είναι πολύ βασικό στοιχείο. Μεγάλο ρόλο στον προπονητή παίζει κυρίως η διαχείριση.
Ο κόουτς, διαχειρίζεται ανθρώπους έχει να κάνει τους παίκτες, έχει να κάνει με τους παράγοντες, έχει να κάνει γενικά με συναισθήματα δυνατά. Οι παίκτες παίζουν με 180 και 200 σφυγμούς. Πρέπει λοιπόν να ελέγχει αυτά τα συναισθήματα και κυρίως να ελέγχει τα δικά του συναισθήματα. Τον εαυτό του, να διαχειρίζεται τους παίκτες τους δημοσιογράφους, τον τύπο, να διαχειριστεί τους παράγοντες, τον κόσμο. Άρα συνδυάζοντας όλα αυτά. θα πρέπει να συνθέτει μια ισχυρή προσωπικότητα ώστε να μπορεί και να αντεπεξέλθει σε όλα. Άρα δεν είναι μόνο οι γνώσεις, αυτές απλά είναι η βάση. να ξέρεις μπάσκετ, από εκεί και πέρα να έχεις μεθοδολογία και έπειτα διαχείριση ανθρώπων, διαχωρισμό συναισθημάτων».
Υπάρχει κάποιος Έλληνας προπονητής που τα τελευταία χρόνια να έχει εφαρμόσει όλα αυτά;
«Δεν θα ήθελα να πω κάποιον συγκεκριμένα, αλλά είναι πολλοί αυτοί που μπορούν να εξελιχθούν. Είναι πολλά νέα παιδιά που θεωρώ ότι έχουν μέλλον. Διότι η δουλειά του προπονητή μην ξεχνάτε ότι βγαίνει μέσα και από τους παίκτες. Δεν είναι αυτός που αποφασίζει ποια ομάδα θα αναλάβει, αλλά κάποιοι άλλοι κρίνουν για το ποιος θα πάει σε μια ομάδα και ποιος δεν θα πάει. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι πολλά νέα παιδιά εξελίσσονται συνεχώς. Δηλαδή αν πάρουμε τώρα την Α1 βλέπουμε αρκετούς νέους προπονητές πάρα πολύ εξελίξιμους. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μέλλον».