Ο Μάρκος Κολώκας, κουβαλώντας βέβαια, πολλά χρόνια πίσω του στον χώρο, συνδυάζοντας πια τόσο τον ρόλο του αθλητή ακόμη, όσο όμως και εκείνον του παράγοντα ομάδας, ανέλυσε καθετί που θα μπορούσε να αποτελεί ένα ερώτημα από μπασκετικό φίλαθλο. Ο πολύπειρος φόργουορντ, που ενισχύει την προσπάθεια του Κρόνου Γέρακα στην Α’ ΕΣΚΑ και παράλληλα εργάζεται ως γενικός αρχηγός στο σταφ της Κύμης (Α1)… σαρανταρίζει πλέον και μοιράστηκε μαζί μας μερικές από τις εικόνες που είχε. Τού θυμήσαμε εποχές Αμύντα, να μας πει τι κρατά από τότε, ποιους συμπαίκτες δεν ξεχνά, δύο λόγια για αντιπάλους που αντιμετώπισε και κατόπιν, μετά την «άμυνα», πήρε την μπάλα και ανέλαβε δάση…
-Τι είναι πιο δύσκολο; Παράγοντας ή παίκτης;
«Φυσικά παράγοντας. Γιατί ο παίκτης, εκτός του ότι αθλείται καθημερινά με όλα τα καλά που συνεπάγεται αυτό, έχει την ευθύνη κατά κύριο λόγο μόνο του εαυτού του. Δηλαδή οφείλει να προετοιμάζει και να προσέχει τον εαυτό του, να είναι πιστός σε προγράμματα και εντολές, να κάνει το κάτι παραπάνω αν θέλει να αλλάξει επίπεδο. Αντίθετα, ο παράγοντας έχει έναν πιο πολυδιάστατο ρόλο. Εκτός του ότι είναι υπεύθυνος για την οργάνωση όλης της ομάδας, είναι ο πρώτος που θα πρέπει να αντιμετωπίσει και να λύσει όποιο πρόβλημα προκύψει σε κάποιο από όλα τα μέλη της. Φυσικά, δεν έχει ωράριο».
-Πώς αποφάσισες την επιστροφή στην ενεργό δράση και μάλιστα έχοντας διπλό ρόλο σε ομάδες που είναι μακριά η μία από την άλλη.
«Δε θα έλεγα ότι επέστρεψα στην ενεργό δράση, αφού ουσιαστικά δεν σταμάτησα ποτέ. Απλά τα τελευταία 2 χρόνια το κάνω πιο ερασιτεχνικά. Προτιμώ να κρατιέμαι σε καλή φυσική κατάσταση παίζοντας, παρά κάνοντας μόνο βάρη και τρέχοντας σε έναν διάδρομο γυμναστηρίου.
Πάντως δεν έχω πρόβλημα στο να συνδυάσω και τους δύο μου ρόλους, αφού έχω ρίξει το μεγαλύτερο βάρος στο επάγγελμά μου και λιγότερο στο παικτικό κομμάτι, που θα έλεγα ότι είναι και το χόμπι μου. Επίσης, το θέμα της απόστασης καλύπτεται με τον σωστό προγραμματισμό».
-Ποιος προπονητής επηρέασε το παιχνίδι σου περισσότερο;
«Είχα την τύχη να έχω για προπονητές μεγάλα ονόματα του ελληνικού και ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ολοι σχεδόν από αυτούς έχουν διαγράψει μεγάλη πορεία έως τώρα και έχουν πετύχει σπουδαία ρεκόρ στην καριέρα τους. Για να τα πετύχουν όλα αυτά, είτε λίγο είτε πολύ ο καθένας, είχαν το πνεύμα του νικητή αλλά και το χαρακτηριστικό της εργατικότητας και της επιμονής. Πιστεύω λοιπόν ότι κληρονόμησα κι εγώ αυτά τα χαρακτηριστικά.
-Αγαπημένος συμπαίκτης;
«Κώστας Χαραλαμπίδης, Δημήτρης Παπανικολάου, Ρόντρικ Μπλάκνεϊ, Γιώργος Καράγκουτης, Νίκος Πέττας, Ντίνος Αχής… Α! Εναν είπες; Συγγνώμη διάλεξε…».
-Ομάδες νεοφώτιστες όπως η Κύμη ή ο Κρόνος καθεμία στην κατηγορία της πώς διαχειρίζονται συναισθήματα χαράς λύπης από καλή νίκη ή κακιά ήττα;
«Στην Κύμη τα πράγματα είναι άκρως επαγγελματικά. Οπότε εκεί μία νίκη ή μια ήττα περνάει γρήγορα στο παρελθόν και η χαρά ή η λύπη μετά από έναν αγώνα διαρκούν λίγο, αφού πρέπει να όλοι να επικεντρωθούν γρήγορα στον επόμενο. Αντίθετα, στον Κρόνο μπαίνει πιο πολύ το συναίσθημα, οπότε εκεί μας παίρνει λίγο παραπάνω χρόνο να ξεχάσουμε το προηγούμενο αποτέλεσμα».
-Δυσκολότερος αντίπαλος; Προπονητής που θα ήθελες να έχεις δουλέψει μαζί του;
«Ο Ιμπραήμ Κουτλουάι την εποχή που έπαιζε στον Παναθηναϊκό. Ακόμα πονάει το κορμί μου από τα σκριν που «έτρωγα» απ’ τους ψηλούς του Παναθηναϊκού, προσπαθώντας να τον προλάβω. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Ρωτήστε τον Ιμπο. Δε νομίζω να με θυμάται! Θα ήθελα να είχα δουλέψει με τον κύριο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς».
-Μερικά λόγια για την Κύμη και τον Κρόνο.
«Αυτό που έχει γίνει στη Κύμη τα τελευταία χρόνια είναι αξιοθαύμαστο. Οι συνεχείς άνοδοι από την ίδρυση της ομάδας, σε συνδυασμό με την κατάκτηση της πρώτης θέσης κάθε φορά είναι κάτι που πιστεύω πως δύσκολα θα επαναληφθεί. Η ομάδα αυτή έχει γράψει ιστορία και μακάρι να συνεχίσει να το κάνει για πολλά χρόνια ακόμα. Εδώ θέλω να τονίσω ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο και ό,τι έχει επιτευχθεί, έγινε με πολύ κόπο και πόνο από διοίκηση – τεχνικό επιτελείο – παίκτες. Οσον αφορά την ομάδα του Κρόνου, αυτή αποτελείται από μια παρέα παιδιών, που ως επί το πλείστον ήταν φίλοι εδώ και πολλά χρόνια. Κάποια από αυτά τα παιδιά τα ήξερα και έτσι αποφάσισα να βοηθήσω και εγώ σε αυτή την προσπάθεια που κάνουν. Είναι ένα σωματείο καλά οργανωμένο και πολύ έμπειρο στις κατηγορίες της ΕΣΚΑ. Πιστεύω ότι στο τέλος η ομάδα θα πετύχει τους στόχους της».
-Τι θυμάσαι από τα πρώτα χρόνια εποχής Αμύντα;
«Τα χρόνια του Αμύντα τα έχω συνδυάσει με την παιδική και τη νεαρή μου ηλικία, οπότε τα σκέφτομαι με νοσταλγία. Οι προπονήσεις γίνονταν στις μικρές ηλικίες στο ανοιχτό γήπεδο και μετά μεγαλώνοντας στο νεόδμητο, τότε, κλειστό της ΠΥΡΚΑΛ. Θυμάμαι ότι η ομάδα του Αμύντα πάντα ήταν μαχητική, παθιασμένη στο παιχνίδι της και δυσκολοκατάβλητη. Ο Αμύντας είναι μια ομάδα ιστορική, που διοικείται πάντα από φερέγγυους ανθρώπους και έχει την αμέριστη στήριξη των φιλάθλων της».
-Το Μαρούσι τότε ήταν όντως μια καλή παρέα πάνω από όλα μια ομάδα θαύμα; Βλέπουμε ομάδες με υπόβαθρο αρκετά χαμηλά.
«Το Μαρούσι μεσουράνησε την δεκαετία 2000-2010, την καλύτερη δηλαδή δεκαετία, κατά τη γνώμη μου, στο σύγχρονο μπάσκετ. Η οικογένεια Βωβού επένδυσε κατά πολύ στην ομάδα και τη στελέχωσε με κορυφαίους προπονητές και παίχτες. Η οργάνωση της ήταν αξιοσημείωτη, γι’ αυτό και γρήγορα καθιερώθηκε ως ένα από τα κορυφαία σωματεία της εποχής και όχι μόνο. Οπότε δεν θα έλεγα ότι ήταν θαύμα, αλλά προϊόν εύρυθμης λειτουργίας σε όλα τα επίπεδα».
-Πολλές αποστάσεις μετακινήσεις. Εχει παράπονα η οικογένεια;
«Ολα τα χρόνια που παίζω, είχα την τύχη να αγωνιστώ σε πολλές ομάδες της περιφέρειας, οπότε σαν οικογένεια έχουμε συνηθίσει σε έναν τρόπο ζωής με πολλές μετακινήσεις. Εξάλλου, πριν από κάθε επαγγελματική κίνηση που θα κάνω, τη συζητάμε όλοι μαζί».
-Τελικά κάθε ομάδα θέλει τα ταλέντα της αλλά πάντα ένας παλαιότερος κάνει την διαφορά;
«Χωρίς ταλέντο δε γίνεται τίποτα, αλλά συμφωνώ ότι η εμπειρία είναι χρήσιμη σε ομάδα κάθε επιπέδου και πρωταθλήματος. Ο παλαιότερος και πιο έμπειρος παίκτης θα «κρατήσει» τα αποδυτήρια, θα νουθετήσει τους νεότερους παίχτες και θα κληθεί να αντιμετωπίσει κρίσιμες καταστάσεις στο παιχνίδι που τις έχει ξανασυναντήσει πολλές φορές. Τέλος, τυγχάνει μεγαλύτερου σεβασμού από τους εκάστοτε διαιτητές».