Υπάρχουν στιγμές που ζεις για μια φορά, τις μοναδικές. Υπάρχουν άλλες που σε κάνουν να νιώθεις ότι έχεις κατακτήσει την κορυφή και εκείνες που θα θυμάσαι για όλη σου τη ζωή. Το καλοκαίρι του 2015 περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω και πώς να μην συμβαίνει αυτό άλλωστε, αφού… βάφτηκε χρυσό!
Χρειάστηκε να περάσουν τέσσερα χρόνια για να ζήσει το όνειρό του, όμως η στιγμή έφτασε και το χρυσό μετάλλιο ήταν γύρω από το λαιμό του. Ο Διονύσης Σκουλίδας στις 2 Αυγούστου έζησε την πιο όμορφη μέρα της ζωής του, καθώς άγγιξε την κορυφή της Ευρώπης, μία ημέρα που σίγουρα θα θυμάται όλη του τη ζωή.
Από τότε πέρασαν πέντε μήνες και οι αγώνες συνεχίζονται, φορώντας όμως τη φανέλα του Περιστερίου. Μόνο που εκεί τα πράγματα είναι αντιστρόφως ανάλογα με τις αξέχαστες εμπειρίες του περασμένου καλοκαιριού. Οι «πρίγκιπες της δυτικής όχθης» φιγουράρουν στην τελευταία θέση της βαθμολογίας στην Α2, κάτι που μάλλον ουδείς περίμενε. Ποιος άλλωστε θα μπορούσε να σκεφτεί στην αρχή της σεζόν ότι μία ποιοτική ομάδα, σαν το Περιστέρι, θα μετρούσε μόλις δύο νίκες σε 13 αγωνιστικές; Σίγουρα όχι ο Διονύσης Σκουλίδας…
«Νομίζω πως φταίμε όλοι, συμπεριλαμβανομένου και εμένα. Όταν πρωτοήρθα στην ομάδα, αφότου γύρισα από την Εθνική και είδα το ρόστερ νόμιζα πως θα βρισκόμασταν μέσα στην οχτάδα. Αν κοιτάξεις όλους τους παίκτες, το ρόστερ είναι καταπληκτικό, συνδυάζονται πολύ έμπειροι παίκτες και νέοι, οι οποίοι τα προηγούμενα χρόνια έχουν κάνει κάποιες καλές εμφανίσεις. Από εκεί και πέρα ίσως μας πήρε περισσότερο χρόνο, γιατί συνήθως έπειτα από δύο τρεις ήττες οι παίκτες βρίσκονται μεταξύ τους, εμάς μας έχει πάρει πάρα πολύ χρόνο. Ακόμα έχουμε να ξεπεράσουμε κάποια στάδια για να θεωρήσουμε τους εαυτούς μας ομάδα με κεφαλαίο «O». Στην πορεία φάνηκε πως δεν έφταιγε και ο προπονητής (σ.σ. Παπαμάρκος) γιατί και με την έλευση του νέου κόουτς (σ.σ. Καραγιάννης) πάλι είχαμε συνεχόμενες ήττες, άρα το φταίξιμο είναι των παικτών, είναι δικό μας θέμα, εμείς αδικούμε τους εαυτούς μας. Κανείς δεν μας κερδίζει, εμείς χάνουμε. Γιατί όλα τα ματς πάνε στον πόντο και πάντα στο τελευταίο δεκάλεπτο κάτι γινόταν, άρχιζε ο καθένας να κάνει ότι θέλει, μαζί και εγώ, στην άμυνα δεν υπήρχαμε, με αποτέλεσμα να χάσουμε αυτά τα παιχνίδια».
Η… κακιά μάγισσα τους αγγίζει στο δεύτερο ημίχρονο, αφού στο πρώτο μέρος το Περιστέρι καταφέρνει να κοντράρει αλλά και να διεκδικεί κάθε ματς: «Είναι φυσιολογικό μία ομάδα στο πρώτο ημίχρονο να είναι καλή, γιατί ειδικά στο πρώτο δεκάλεπτο έχεις όλο το σκάουτιγκ στον εγκέφαλό σου και ξέρεις τι κάνει ο καθένας. Αλλά όσο ανεβαίνουν οι σφυγμοί και το ματς είναι στον πόντο, είναι δύσκολο να το συγκρατήσεις. Ναι μεν εμείς είμαστε στο πρώτο ημίχρονο καλοί, τα κάνουμε όλα σωστά, δεν υπάρχει ομάδα που έχει ξεφύγει στο πρώτο μέρος, αν εξαιρέσεις τον Φάρο. Μετά μπαίνουμε στα αποδυτήρια και εκεί που λέμε ότι πρέπει να συνεχίσουμε πιο δυνατά, γίνεται ακριβώς το αντίθετο. Ο λόγος δεν έχει βρεθεί ακόμα και παρά τη νίκη (σ.σ. με τον Φίλιππο Βέροιας) στο δεύτερο ημίχρονο πάλι είχαμε κενά σημεία. Τα καταφέραμε γιατί ήμασταν λίγο πιο εύστοχοι και λίγο πιο υπομονετικοί στην επίθεση, στην άμυνα υπήρχαν κενά. Ισως να υπήρχε χαλάρωση ότι είμαστε μπροστά και πάμε να συνεχίσουμε το ίδιο που στην ουσία πρέπει να κάνεις το κάτι παραπάνω».
«Να μπει ο καλός εγωισμός μπροστά»Η δουλειά του Περιστερίου σίγουρα μόνη εύκολη δεν είναι καθώς για να επιτύχει το στόχο του χρειάζεται να ανατρέψει την κατάσταση. «Εχουμε τις ικανότητες να το κάνουμε, είμαστε καλά στελέχη, ο καθένας είναι καλός παίκτης και ξέρει τι πρέπει να κάνει για να είναι θετικός και να μην υπερβαίνει τα όριά του. Προπονούμαστε γι’ αυτό, αλλά στο παιχνίδι για να κερδίσεις, πρώτα κάνεις αυτό που είσαι καλός και μετά εντάσεις το κάτι παραπάνω. Αλλά πιστεύω πως αυτή νίκη, νομίζω πως όλοι που το συζητάμε, μας έδωσε πολύ καλή ψυχολογία και δουλεύοντας κάθε πρωί, για να είμαστε λίγο περισσότερο εύστοχοι, πιστεύω πως ναι, μπορούμε να κάνουμε ένα καλό σερί. Είναι λίγο να μπει ο καλός εγωισμός μπροστά, δηλαδή γιατί να χάνουμε έτσι, δεν αδικούμαστε;».
Η νίκη με τον Φίλιππο Βέροιας ήταν η αρχή, η συνέχεια όμως μόνο εύκολη δεν προμηνύεται καθώς το Περιστέρι μέσα στα επόμενα τέσσερα παιχνίδια έχει να αντιμετωπίσει Δόξα Λευκάδας (εκτός), Δούκα (εντός), Πευκοχώρι (εκτός) και Ψυχικό (εντός). «Είναι κακό πράγμα να σου γίνει συνήθεια η ήττα. Είναι άσχημο να φεύγεις κάθε Σάββατο απογοητευμένος, το βιώσαμε όλοι προχθές που φύγαμε χαρούμενοι που κάναμε ένα σαββατόβραδο χαρούμενο με την οικογένειά μας. Πιστεύω ότι πρέπει να κάνουμε σωστή διαχείριση, να μείνουμε συγκεντρωμένοι στο ότι να η απόδειξη, ότι μπορούμε να γυρίσουμε αυτό που έχει γίνει. Αν δούμε τα θετικά μας, γιατί δεν πρέπει να βλέπεις μόνο τα άσχημα, γιατί όντως μπορείς να κάνεις καλά πράγματα, όμως πρέπει να μάθεις να κάνεις μόνο αυτά. Να μπεις μέσα στο παρκέ και να πεις ότι δεν πρέπει να αφήσω κανέναν να με κερδίσει ή τουλάχιστον εύκολα. Γιατί μέχρι τώρα εμείς οι ίδιοι χάναμε μόνοι μας, εμείς δίναμε το παιχνίδι στους αντιπάλους. Πρέπει να πούμε ότι δεν θα αφήσουμε κανέναν να μας κερδίσει εύκολα, θα χρειαστεί να ματώσει».
Μετά από 11 ήττες πρέπει να κάνεις την υπέρβαση
Μπορεί τελικά το Περιστέρι να τα καταφέρει; «Τίποτα δεν είναι εύκολο, κανείς δεν είπε ότι θα είναι. Η φετινή Α2 είναι ένα πρωτάθλημα το οποίο ο καθένας μπορεί να νικήσει οποιονδήποτε, εκτός του Φάρου τον οποίο δεν χρειάζεται να πούμε πολλά. Οι αγώνες είναι δύσκολοι, το ξέραμε από την πρώτη αγωνιστική στο Πευκοχώρι μέχρι τώρα. Μετά από 11 ήττες, δεν θα εφησυχάσεις με μία νίκη και θα πεις «το’ χω», δεν το έχεις, έχεις 11 ήττες. Πλέον πρέπει να κάνεις την υπέρβαση».
Οι ομάδες που απαρτίζουν την κατηγορία είναι όλες κάτι παραπάνω από ανταγωνιστικές. Ποια είναι όμως αυτή που τους δυσκόλεψε περισσότερο; «Δεν θεωρώ πως υπάρχει κάποια ομάδα που μας έχει δυσκολέψει, γιατί όπως προανέφερα εμείς οι ίδιοι χάνουμε. Μπορεί να ακούγεται περίεργο γιατί έχουμε χάσει τα ματς. Ισως λίγο η Κύμη, αλλά και πάλι ηττηθήκαμε δύο πόντους. Εμείς ουσιαστικά τους δυσκολέψαμε, το ίδιο και την Ερυθραία, το Παγκράτι και τον Εθνικό. Μέχρι το πρώτο ημίχρονο όλους τους κοντράραμε στα ίσια και στην πορεία τους κάναμε τη δουλειά εύκολη και αυτό είναι που πρέπει να σταματήσει. Πιστεύω όμως στο τέλος ότι θα τα καταφέρουμε, οτιδήποτε και να χρειαστεί πιστεύω θα το κάνουμε. Η αλήθεια είναι ότι δεν κάναμε ποτέ, όπως γίνεται τώρα, κανονική προπόνηση λόγω τραυματισμών».
Φέτος πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στην κατηγορία, και έτυχε στο πιο δυνατό πρωτάθλημα των τελευταίων ετών. «Κατά κάποιο τρόπο νιώθω ότι είμαι στην Α1, νιώθω τυχερός. Το πρωτάθλημα έχει πολλούς παίκτες που έχουν αγωνιστεί στην Α1. Παίζω μόνο στο «3», και πέρα από το σουτ, πρέπει να μαρκάρω πιο καλούς παίκτες, είναι άλλο το μπάσκετ, λιγότεροι χώροι. Πρέπει να μάθω να διαβάζω καλύτερα το παιχνίδι. Πέρα από το τυχερός δεν υπάρχει κάτι άλλο που μπορείς να πεις για την κατηγορία».
Η κατάλληλη θέση και η άμυνα
Η θέση που τον έχουμε… συνηθίσει είναι το «3» και όπως φαίνεται είναι αυτή που προτιμά. «Ναι …αλλά. Είμαι 3άρι λόγω σωματοδομής, για «4» είμαι κοντός, πλέον στα 2μ00 υπάρχουν πλέι μέικερ. Παράδειγμα ο Ματσιούλις, είναι 3άρι που δεν τον σταματάει κανείς. Πιστεύω ότι είναι η θέση που μου ταιριάζει απόλυτα ως παίκτη γιατί στο «4» έχω κενά, στο «2» για να φτάσω πρέπει να δουλέψω πάρα πολύ. Οπότε το «3» πιστεύω είναι η κατάλληλη θέση, γιατί εκεί παίζουν οι περισσότεροι σουτέρ και συνήθως οι καλύτεροι αμυντικοί. Το θέμα είναι να νικάει η ομάδα. Όταν βλέπει ο άλλος ότι πας καλά και το παλεύεις θα τον τραβήξεις και αυτόν μαζί σου. Σιγά σιγά όλοι θα κολλήσουν», ανέφερε αρχικά, ενώ αναφέρθηκε στο αν θα καταφέρει να κάνει καριέρα σε αυτή τη θέση. «Αυτό δεν το ξέρω. Διότι σε δύο χρόνια και κατόπιν πολλής δουλειάς κάποιος προπονητής να τολμήσει να με δοκιμάσει στο «2» ή ακόμα και στο «1». Θέλω να μπορώ να γεμίσω και τις άλλες θέσεις αν χρειαστεί. Δεν θέλω να είμαι μονόπλευρος ή να κάνω μόνο ντράιβ. Ένας σκόρερ που θα σουτάρει πολύ, όχι ότι δεν μου αρέσει, απλά δεν νιώθω εγώ καλά με αυτό, μόνο να βάζω και πίσω να είμαι όρθιος».
Ο «Σκούλι» για τους περισσότερους είναι σκόρερ, όμως εκείνος δεν θέλει να στέκονται εκεί, αφού τον ενδιαφέρει εξίσου να παίζει καλή άμυνα και το περασμένο καλοκαίρι το απέδειξε «Υπήρχαν αμφιβολίες ότι δεν μπορώ να χαμηλώσω να παίξω άμυνα. Ελεγαν «δεν γίνεται, δεν μπορεί το παιδί». Πάντα δούλευα αυτό το κομμάτι. Δεν περίμενα δηλαδή να έρθει το καλοκαίρι για να μαρκάρω τον Κορκμάζ, για να πω ότι παίζω άμυνα. Εκεί απλά ήταν η πρόκληση. Ηρθε ο κόουτς και μου είπε ότι θα μαρκάρω το «10», ο οποίος είναι ο καλύτερος παίκτης του τουρνουά. Ο άνθρωπος έχει τρομερό σουτ, είναι άπιαστο, μπορεί και διαβάζει το παιχνίδι καλά, παίζει στην Ευρωλίγκα. Εως τότε όμως, που εγώ ήμουν στην Β΄ Εθνική δεν είχα μια ανάλογη πρόκληση. Εκείνο το βράδυ το πίστευα από μέσα μου «φίλε θα σε σκίσω». Όλα τα παραπάνω είδα και είπα να τεστάρω να δω. Εχω την υποδομή να το κάνω, άσχετα αν άλλοι με αμφισβητούνε. Όμως το θέμα είναι τι πιστεύω εγώ. Προσπάθησα να το κάνω και βγήκε, μπορεί και να μην έβγαινε».
Η απόφαση που δεν μετάνιωσε
Η απόφασή του να μην πάει στην ΑΕΚ και να παραμείνει στο Περιστέρι είναι γνωστή, όπως και ο λόγος. «Ηταν απόφαση καθαρά δική μου. Σίγουρα τη συζήτησα με τον πατέρα μου, τον μάνατζερ μου, αλλά ήταν δική μου. Δεν το έχω μετανιώσει. Δεν θα είχα το χρόνο συμμετοχής που έχω τώρα. Θέλω σε κάποια ματς να έχω την πίεση που έχει ένας ηγέτης. Να νιώθω πως είναι να πρέπει να κάνεις κάτι. Αυτό είναι που σε κάνει πιο ώριμο και καλύτερο παίκτη, να νιώθεις ότι πρέπει να κερδίσεις. Αλλά πρώτα πρέπει να χτίσω. Πως θα φτιάξεις τον δεύτερο όροφο χωρίς τον πρώτο. Δεν χρειάζεται να πηδάω σκαλοπάτια. Ας παίξεις πρώτα στις μικρές κατηγορίες. Αν έφευγα τώρα δεν θα είχα τίποτα από πίσω, μπορεί να είχα μία καλή σεζόν στη Β΄ Εθνική, αλλά είναι Β΄ Εθνική. Τώρα μετά από αυτήν την Α2 και να μένω λίγο εκτός πιστεύω ότι δεν θα με επηρεάσει», αναφέρει αρχικά ο 18χρονος φοργουορντ και αναφέρει το πώς δεν έφυγε στο εξωτερικό. «Μου πέρασε από το μυαλό να φύγω εκτός, αλλά είμαι λίγο μικρός. Ακόμα τη σκέφτομαι αυτή την προοπτική γιατί είναι άλλες οι συνθήκες».
Όπως για κάθε παίκτη που σέβεται τον εαυτό του ο Τζόρνταν αποτελεί πρότυπο. «Σίγουρα δεν πρόκειται να γίνω σαν κι αυτός, κανείς δεν μπορεί, ούτε ο Κόμπε Μπράιντ δεν τα κατάφερε. Είναι όμως πρότυπο δουλειάς, μπορεί να είχε το ταλέντο αλλά δεν αρκέστηκε σε αυτό. Δούλευε κάθε φορά όλο και περισσότερο».
«Παρακολουθώ Τόμσον, μου αρέσει ο Πρίντεζης»
Όμως ποιος είναι αυτός από τον οποίο κοπιάρει κινήσεις. «Αυτή τη στιγμή παρακολουθώ τον Κλέι Τόμσον, ο οποίος παίζει και στις θέσεις «2-3». Μου αρέσει ο τρόπος που βγαίνει από τα σκριν και σουτάρει, που ποστάρει λίγο. Μου αρέσει όμως και ο Πρίντεζης, το καλύτερο 4άρι την Ευρώπη».
Για δύο συνεχόμενες χρονιές οι προπονητές της Β΄ Εθνικής τον ανέδειξαν καλύτερο νέο κάτω των 22. Αραγε θα τριτώσει το καλό; «Θα προσπαθήσω. Πρώτα από όλα είναι η ομάδα, αν τα καταφέρουμε και μέσα από αυτά τα καταφέρω και εγώ θα είναι καλά, αλλά θα προσπαθήσω».
Ένα «χρυσό» καλοκαίρι με βαρύ Κύπελλο, αλλά και πολύ γέλιο!
Το καλοκαίρι του ήταν όχι απλά γεμάτο και όχι μόνο από υποχρεώσεις. Η αρχή έγινε τον Ιούνιο με το Παγκόσμιο πρωτάθλημα κατά το οποίο η Εθνική ομάδα τερμάτισε στην τέταρτη θέση. «Είμαστε η μόνη ομάδα που κατάφερε να δυσκολέψει την Αμερική. Μόνο και μόνο μετά από αυτό, είτε τρίτος βγεις είτε τέταρτος, έχεις εκπληρώσει έναν στόχο. Ότι έχασες από τους καλύτερους στον κόσμο. Μετά από αυτό και εγώ προσωπικά ήμουν καλυμμένος. Είχες σίγουρα ένα ακόμα ματς που θα το πάλευες, αλλά ήσουν η μόνη ομάδα που σε παραδέχτηκαν ακόμα και οι Αμερικάνοι, τους δυσκόλεψες, νίκησαν πολύ λίγο. Και μετά από αυτό ή τέταρτη θέση στον κόσμο, αν κάτσει κάποιος να σκεφτεί τι σημαίνει, μόνο μπράβο θα πει».
Ο επόμενος μήνας μπορεί να μην ξεκίνησε και τόσο ευχάριστα, αλλά εξελίχθηκε… ονειρικά. «Ολον αυτόν τον καιρό ήμασταν μακριά από τις οικογένειές μας και είμαστε μικροί για να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Μπαίνει το «πρέπει» στη μέση. Πρέπει να παλέψεις να βγεις πρώτος. Γιατί τόσα χρόνια όλοι δουλέψαμε σκληρά, επιλέγοντας ότι θα κάνουμε αυτό το πράγμα θα κάνουμε στη ζωή μας. Επειτα από αυτές τις δύο ήττες τα media, δεν μας πίστευαν και τόσο, ίσως και καθόλου, είχαμε πίεση από έξω και από μέσα. Ο ένας δεν κάνει για αυτό, ο άλλος για εκείνο, είναι πολύ λίγος και πάει λέγοντας.
Για μένα ήταν ότι καλύτερο έχω περάσει στη ζωή μου και αποτελεί μία νέα αρχή. Αυτή είναι η αιτία, του ότι τώρα πρέπει να αρχίσω για να κάνω ακόμα περισσότερα πράγματα».
Το καλοκαίρι της ζωής του θα το ονόμαζε: «Χρυσό» και όχι από την άποψη μεταλλίου, αλλά από το ότι ήταν ένα καλοκαίρι γεμάτο χαρές. Ξεκινήσαμε με λύπη αλλά καταλήξαμε με χαρά, από όλες τις απόψεις».
Διακρίσεις, μετάλλια, χαρά, μοναδικές στιγμές. Τι όμως μένει μετά από όλα αυτά; «Όλα αυτά τα καλοκαίρια σε κάνουν πιο ώριμο. Είσαι μακριά από εκείνους που σε προσέχουν. Είσαι μόνος σου και πρέπει να μάθεις να προσέχεις τον εαυτό σου. Να συζήσεις στην ουσία με άλλα 12 άτομα, συν τους προπονητές. Να είσαι συνεπής στις ώρες σου στο γήπεδο, στο φαΐ, στην προπόνηση. Να κοιμηθείς στην ώρα σου ώστε να έχει ενέργεια για αύριο. Όλα αυτά σε βάζουν σε μία σειρά, σε ένα πρόγραμμα».
Η αναγνωρισιμότητα εκείνη την περίοδο ήταν αναμφισβήτητα μεγάλη. Τι έχει μείνει μετά από πέντε μήνες; «Εμένα μου έχει μείνει ότι αφορά τις μικρές ηλικίες. Διότι όλοι ξεκινάμε από μικροί έχοντας κάποιο πρότυπο. Σίγουρα τώρα έχουν τον Διαμαντίδη, τον Σπανούλη, τον Πρίντεζη και όλους αυτούς τους φτασμένους παίκτες, αλλά κοίταξαν και το μέλλον της Ελλάδας. Ερχονται τα μικρά παιδάκια και σου ζητούν μια φωτογραφία. Τα βλέπεις χαρούμενα, αυτό με ικανοποιεί περισσότερο από όλα. Μαζευτήκαμε πριν από ένα παιχνίδι στο Ηράκλειο σ΄ ένα camp για να μιλήσουμε. Περνάμε αυτό το μήνυμα ότι και εσείς μπορείτε να το κάνετε».
Πως είναι άραγε να σηκώνεις ένα Κύπελλο… «Το ένιωσα βαρύ. Ολος ο κόπος μαζεμένος σε αυτό το Κύπελλο. Το σηκώσαμε τρία άτομα και το ένιωσα βαρύ. Ημουν κουρασμένος, μπορεί μετά από 40 λεπτά ματς με τη λήξη της κόρνας να έτρεξα στην εξέδρα, εκεί κατάλαβα πόση δύναμη κρύβει ο άνθρωπος. Το Κύπελλο έκρυβε όλη την προπόνηση, την πίστη, το άγχος. Δεν το είχα συνειδητοποιήσει. Είχα ανέβει βάθρο, είχα πει τον ύμνο, σήκωσα το Κύπελλο, φόρεσα το μετάλλιο, πανηγυρίζαμε αλλά δεν είχα καταλάβει, ήμουν στη φάση «που βρίσκομαι». Ακόμα θυμάμαι τα πάντα. Πόσα βήματα έκανα μέχρι να φτάσω στην εξέδρα».
Οι στιγμές πολλές και μοναδικές, αυτή όμως που του έρχεται πρώτα στο μυαλό, προκαλεί πολύ γέλιο. «Θυμάμαι μία φάση από το ματς με τη Γαλλία, στην οποία ο Δίπλαρος τρώει τρικλοποδιά, την πετάει, βάζει το καλάθι και τρέχω να τον σηκώσω. Και επειδή κάτω έχει πολύ ιδρώτα γιατί μέσα στο γήπεδο έχει πολύ ζέστη, τρέχω να τον σηκώσω και από την άλλη ο Μουράτος και ο Χραλαμπόπουλος, και πέφτω και εγώ. Και αρχίζουμε να γελάμε και οι τέσσερις σε ματς που ήταν στους τρεις πόντους. Ηταν απίστευτο. Γελάμε λες και ήμασταν έξω και κάναμε πλάκες. Επίσης εκείνο το βράδυ μετά τον τελικό, που βγήκαμε έξω ήταν απίστευτο. Δεν περιγράφεται».