Πολλοί, για να μην πούμε οι περισσότεροι Έλληνες, δεν γνωρίζουν πως μία ελληνική ομάδα αυτό το καλοκαίρι πάλεψε στη Σιγκαπούρη για ένα Ολυμπιακό μετάλλιο! Και μάλιστα το κατέκτησε!!! Η εθνική ομάδα μπάσκετ, με “οδηγό” τον Γιώργο Λιμνιάτη και “συνοδοιπόρους” τους Σπύρο Παναγιωταρά, Θοδωρή Τσιλούλη, Λάμπρο Βλάχο και Μανώλη Τσελεντάκη ανέβηκε στο τρίτο σκαλί του βάθρου των αγώνων που διεξήχθησαν στη Σιγκαπούρη, δίνοντας υποσχέσεις για ακόμη περισσότερες διακρίσεις στο μέλλον. Κάτι, άλλωστε, που ευελπιστεί κι ο Γιώργος Λιμνιάτης ότι θα συμβεί, καθώς αυτοί οι αγώνες – έστω και με την μορφή του “3 on 3” – μπορούν να προσφέρουν πολύτιμες εμπειρίες στα νεαρά αυτά παιδιά. Ο κόουτς της ελληνικής ομάδας μίλησε για την εμπειρία αυτή στο επίσημο site της ΕΟΚ, αναφερόμενος σε όλα όσα έζησαν και τις εικόνες που “αποκόμισαν” απ’ την παρουσία τους στους Ολυμπιακούς Αγώνες Νέων.
-Τι ήταν ακριβώς αυτή η διοργάνωση στην οποία πήρατε μέρος;
«Ήταν Ολυμπιακοί Αγώνες Νέων, που έγιναν για πρώτη φορά. Σε ότι αφορά το μπάσκετ ήταν ένα τουρνουά «3 με 3», το οποίο υπάρχουν σκέψεις στο μέλλον να το εντάξουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Πήραν μέρος 20 ομάδες σύμφωνα με τη βαθμολογία της FIBA
. Υπήρχαν κάποιοι ιδιαίτεροι κανονισμοί και σε μια διοργάνωση, η οποία ήταν σαν να είσαι σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Όλα ήταν πολύ οργανωμένα και είχαν δώσει μεγάλη σημασία στους αγώνες στη χώρα».
-Η επιλογή των παιδιών πώς έγινε;
«Έγινε ένα μίτινγκ με τους ομοσπονδιακούς προπονητές που είχαν τα παιδιά στην Εθνική Παίδων πέρυσι, καθώς μιλάμε για παιδιά γεννημένα το 1993. Έγινε μια επιλογή οχτώ παιδιών τα οποία κρίναμε ότι θα ήταν καλοί σε αυτό το κομμάτι, γιατί πρέπει να έχεις κάποιες ιδιαίτερες ικανότητες στο «3 με 3». Ένα τουρνουά «5 εναντίον 5» είναι διαφορετικό. Από εκεί κει πέρα κάναμε ένα διήμερο με τα παιδιά και επιλέχθηκαν οι τέσσερις παίκτες που πήραν στη Σιγκαπούρη».
-Όταν μιλάμε για κάποιες ιδιαίτερες ικανότητες, κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τι εννοούμε;
«Το «3 με 3» είναι κομμάτι του «5 εναντίον 5». Σε όλες τις προπονήσεις υπάρχουν ασκήσεις συνεργασίας «3 με 3». Για μένα αυτό που έπαιξε ρόλο στο δικό μου το μυαλό, είναι να βρούμε παιδιά που θα είναι καλοί στις συνεργασίες και θα μπορούν να παίξουν στο ένας εναντίον ενός. Γιατί το «3 με 3» επειδή δεν έχει πολλές βοήθειες, υπάρχουν πολλοί χώροι, μεγάλα κενά και πρέπει να έχεις παιδιά που να έχουν την ικανότητα να παίξουν στο ένας εναντίον ενός».
-Φτάνοντας εκεί τι εικόνα είδατε;
«Είναι αλήθεια ότι πριν πάμε εκεί, δεν είχαμε συλλάβει τη διάσταση. Ίσως να το πήραμε και αψήφιστα λίγο. Όταν φτάσαμε εκεί καταλάβαμε ότι πρόκειται για ένα πραγματικό τουρνουά Ολυμπιακών Αγώνων, πολύ οργανωμένο. Αυτό που μου έκανε εντύπωση αρχικά ήταν η πρώτη εικόνα που είχαμε από το Ολυμπιακό Χωριό, που ήταν πραγματικό Ολυμπιακό Χωριό με τσεκαρίσματα, shuttle bus, ασφάλεια… Και το γήπεδο ήταν ένα γήπεδο που φτιάχτηκε έξω από ένα εμπορικό κέντρο, αυτοσχέδιο. Δεν ήταν η εικόνα που έχουμε από το «3 με 3» στο τσιμέντο. Ήταν πολύ όμορφα στημένο όλο αυτό».
-Μπαίνοντας στους αγώνες ξεκινήσαμε με νίκες.
«Ξεκινήσαμε καλά, αλλά παραλίγο να μας φύγει η ψυχή. Με τη Νέα Ζηλανδία πήραμε τη νίκη στην παράταση, παρά το ότι είχαν το προβάδισμα σε όλο τον αγώνα. Είχαμε ένα μεγάλο πρόβλημα προσαρμογής στους κανόνες. Υπήρχε μειονέκτημα στην ενημέρωση για τους κανονισμούς. Όσο ακόμη βρισκόμασταν στην Ελλάδα άλλαξαν οι κανονισμοί τρεις φορές. Το χειρότερο ήταν ότι ουσιαστικά μάθαμε φτάνοντας εκεί πως η επίθεση δεν θα ήταν 14’’ όπως μας είχαν ενημερώσει, αλλά 10’’. Αυτά τα 4’’ είναι πολύ σημαντικά. Κι επίσης ο χρόνος δεν θα ήταν τρία πεντάλεπτα, αλλά δύο. Πολλές φορές στο πρώτο παιχνίδι, τελείωνε ο χρόνος χωρίς να κάνουμε επίθεση. Θεωρώ ωστόσο ότι ο αγώνας με τη Νέα Ζηλανδία ήταν ο αγώνας κλειδί, γιατί αν είχαμε χάσει εκείνο το παιχνίδι δεν θα πηγαίναμε πουθενά. Νικήσαμε στην παράταση με μια ομάδα που δεν έχει παράδοση στο μπάσκετ, αλλά όσοι την είδαν διαπίστωσαν πως έχει πολύ δυνατά παιδιά. Το δεύτερο παιχνίδι ήταν με το Πουέρτο Ρίκο που ήταν σημαντικό για την οχτάδα. Θα μπορούσαμε να νικήσουμε πιο εύκολα, πάλι νικήσαμε στο τέλος με ένα καλάθι. Το παιχνίδι με την Ινδία ήταν πιο εύκολο, αν και εκεί αγχωθήκαμε για το συνδυασμό αποτελεσμάτων στους άλλους αγώνες, που μπορεί να μας άφηναν εκτός παρά τη νίκη μας. Ευτυχώς οι Σέρβοι έκαναν το καθήκον τους».
-Κι κάπου εκεί ήρθε η ώρα για τον χιαστί αγώνα με την Αργεντινή.
«Ναι… Και για εμάς ίσχυσε αυτό το «τρώγοντας έρχεται η όρεξη». Έχοντας παρακολουθήσει τους Αργεντινούς είχαμε την αίσθηση ότι μπορούσαμε να τους νικήσουμε. Ήταν κίνητρο για όλους και για μένα, παρά το ότι οι συσχετισμοί δεν είναι ίδιοι, ότι δεν είχαμε νικήσει ποτέ την Αργεντινή σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Το είπα και στα παιδιά ότι δύο φορές που η Εθνική Ανδρών αντιμετώπισε τους Αργεντινούς σε χιαστί παιχνίδι το έχασε. Προσπάθησα να τους δώσω ένα επιπλέον κίνητρο. Γνωρίζοντας φυσικά πόσο διαφορετικά είναι τα μεγέθη και τις μεγάλες διαφορές που υπάρχουν. Αλλά ήταν ένα τρικ για να δώσεις κάτι επιπλέον, ένα έξτρα κίνητρο. Και εκεί ήταν αγχωτική η επικράτησή μας. Είχαμε προβάδισμα με έναν πόντο, έβαλαν καλάθι και όλοι νομίζαμε κι εγώ μαζί, ότι μετρούσε το καλάθι, αλλά οι κανονισμοί ήταν ιδιαίτεροι. Έπρεπε όταν βγαίνεις από το τρίποντο να κάνεις μία πάσα. Ο Αργεντίνος πήγε στο καλάθι χωρίς πάσα και το κατάλαβαν τα παιδιά! Είχαν περισσότερη ψυχραιμία από μένα και μου είπαν «κόουτς, δεν μετράει» (γελάει). Μήπως έπρεπε να αλλάξουμε ρόλους δεν ξέρω. Από τη στιγμή που φτάσαμε εκεί νιώσαμε πολύ χαρούμενοι που περάσαμε στην τετράδα»
-Τι συνέβη στον ημιτελικό με την Κροατία;
«Αυτοκτονήσαμε… Παίξαμε πάρα πολύ καλά. Είχαμε σε όλο τον αγώνα το προβάδισμα. Υπήρχαν κάποιοι προπονητές που πριν κλείσει ένα δίλεπτο έφυγαν, γιατί θεωρούσαν δεδομένο ότι θα νικήσουμε. Κάναμε κάποια λάθη προς το τέλος, δεχθήκαμε κάποια τρίποντα, μας έφτασαν στο σκορ και στο τέλος της κανονικής περιόδου λειτουργήσαμε όλοι λάθος, με λάθος μυαλό και δεχθήκαμε την ισοφάριση. Σε τέτοιες ηλικίες όταν η εξέλιξη του παιχνιδιού είναι έτσι, η ψυχολογία πάει με την άλλη ομάδα. Και παρά το ότι στις δύο παρατάσεις είχαμε την ευκαιρία για τη νίκη, τελικά ότι ήρθε το μοιραίο φυσιολογικά. Η διοργάνωση ωστόσο τελείωσε θετικά για εμάς, με τη νίκη επί των ΗΠΑ στον αγώνα για το χάλκινο μετάλλιο. Απέναντι σε μια ομάδα που κατέχει το «3 με 3» και ήταν από τα μεγάλα φαβορί της διοργάνωσης».
-Αυτή η λογική του «3 με 3» μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά ή το μπάσκετ;
«Αυτή η προσπάθεια είναι πολύ καλή. Το «3 με 3» έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Όταν σκεφτόμουν τι μπορούμε να κάνουμε εκεί πέρα και μιλώντας με κάποιους άλλους προπονητές που είχαν πολύ μεγαλύτερη εμπειρία από μένα σε τέτοιες καταστάσεις, γιατί εγώ τώρα ξεκινάω, έβλεπα ότι υπάρχουν πάρα πολλά πράγματα να κάνεις. Βέβαια ο χρόνος επίθεσης δεν σου επιτρέπει να κάνεις πολλά. Ίσως να είναι και από τα πράγματα που θα πρέπει να αλλάξουν, γιατί καθώς έγινε για πρώτη φορά η διοργάνωση ίσως να υπάρχουν κάποια πράγματα που θα πρέπει να αλλάξουν. Νομίζω ότι μπορεί να προσφέρει. Είναι κάτι διαφορετικό, γιατί είναι στο ένα καλάθι και πολύ γρήγορο παιχνίδι. Δίνει μεγάλη έμφαση στο να παίξουν ελεύθερα τα παιδιά, στο να αναπτύξουν το ατομικό τους ταλέντο, κάτι που στο 5 εναντίον 5 γίνεται σε μικρότερο βαθμό. Θέλω να πιστεύω ότι με κάποιες βελτιώσεις αυτή την προσπάθεια μπορούμε να τη δούμε και στους Ολυμπιακούς Αγώνες».
-Τα τέσσερα παιδιά πώς τα είδες ως παρουσία εσύ ως προπονητής.
«Καθώς προχωρούσαμε στα παιχνίδια, αυτό που συζητούσαμε με τα παιδιά ήταν ότι κανείς δεν περίμενε ότι πηγαίνοντας εκεί θα φτάσουμε εκεί που πήγαμε. Νιώθω ευτυχισμένος, χαρούμενος, περήφανος που συνεργάστηκα με αυτά τα παιδιά. Γιατί πέρα από το ότι ήταν πολύ καλοί παίκτες, μιλάμε για πολύ καλούς χαρακτήρες. Και για μένα μετράει αυτό πάρα πολύ σε μια ομάδα στο αν θα πάει καλά, γιατί πάντα υπάρχουν τριβές ακόμη και σε ένα τουρνουά που μπορεί να είναι οχτώ ημερών. Τα παιδιά πάντα συμπεριφέρθηκαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Νομίζω ότι έχουν όλοι τις προοπτικές να παίξουν μπάσκετ και αυτό που τους τόνισα εγώ μετά είναι ότι δεν σημαίνει τίποτα αυτό που έγινε. Πρέπει επειδή δημιουργούν προσδοκίες για τους εαυτούς τους, να δουλέψουν ακόμη περισσότερο για να πάνε ψηλά. Και επίσης να προσθέσω ότι δεν ήταν μόνο τα τέσσερα παιδιά που πήγαν εκεί. Ήταν και παιδιά στην προετοιμασία που και αυτά έχουν το μερίδιό τους σε αυτό που έγινε στη Σιγκαπούρη».
-Θα ήθελες να μας «συστήσεις» μπασκετικά τους παίκτες σου;
«Το πρώτο που θα ήθελα να πω είναι πως αυτό που πέτυχαν τα παιδιά ήταν δικό τους κατόρθωμα. Εγώ θεωρώ ότι έχω μία συμβολή από μηδαμινή ως ελάχιστη. Είναι δικό τους κατόρθωμα, δική τους επιτυχία και πραγματικά την άξιζαν. Πρέπει να την καρπωθούν εκείνοι. Νιώθω περήφανος και τόσο τυχερός που συνεργάστηκα με αυτά τα παιδιά. Ο Σπύρος Παναγιωταράς παίζει στη θέση του πλέι μέικερ. Είναι πανέξυπνος, δουλεύει πολύ το μυαλό του, που είναι σημαντικό γι’ αυτή τη θέση. Είναι πολύ σοβαρός για την ηλικία του. Θεωρώ ότι έχει προοπτικές να παίξει μπάσκετ. Ο Βλάχος, που αν βγει στην περιφέρεια και βελτιώσει κάποια πράγματα μπορεί να παίξει. Κι επειδή ανήκει στον Πανιώνιο, όπου λειτουργούν με αυτή τη λογική , δεν θέλουν δηλαδή να καταστρέφουν τα παιδιά, θεωρώ ότι θα τον βοηθήσουν. Θα πρέπει να δουλέψει την τεχνική του, επειδή έχει και δύναμη και προσόντα, έχει τρομερή θέληση. Δεν καταλαβαίνει τίποτα. Αυτός ήταν που έβαλε και το τρίποντο που μας έδωσε το χάλκινο με τις ΗΠΑ. Ο Τσελεντάκης από τα Αστέρια Θεσσαλονίκης. Είναι ακατέργαστο διαμάντι. Έχει σημαντικά αθλητικά προσόντα και επειδή έχει την τύχη να είναι σε ένα σωματείο που δουλεύει πολύ τα βασικά, νομίζω ότι έχει μεγάλο μέλλον μπροστά του. Και ο Τσιλούλης από τη Λάρισα που έχει ένα στοιχείο που σπανίζει στο ελληνικό μπάσκετ: Είναι καταπληκτικός σουτέρ. Κι αυτό που προσπαθούσα να του εμφυσήσω σε αυτά τα παιχνίδια είναι ότι ένας παίκτης με το δικό του σουτ, πρέπει να έχει την ψυχολογία του σουτέρ. Γιατί καμιά φορά στενοχωριέται, χάνει την ψυχολογία Αν πιστέψει στον εαυτό του μπορούμε να φτιάξουμε ένα σουτέρ. Νομίζω ότι όλοι έχουν τις προοπτικές»…